του Ελευθέριου Τζιόλα
Συζητώντας ένα τέτοιο ζήτημα, οφείλουμε τουλάχιστον σε αδρές γραμμές να θέσουμε το πραγματικό πλαίσιο, τα υπαρκτά δεδομένα και εν συνεχεία να αναζητηθεί με αποφασιστικότητα η πρόταση-λύση διεξόδου.
Συνοπτικά:
1. Τα πολεοδομικά σχέδια, κατά βάση, προέκυψαν ως νομιμοποιήσεις και τακτοποιήσεις αυθαιρέτων.
2. Η χωροθέτηση των δημόσιων κοινωφελών λειτουργιών και οι ελεύθεροι χώροι πραγματοποιούνται εκεί που υπάρχει ελεύθερο οικόπεδο και όχι ως επιλογή γενικότερου σχεδιασμού.
3. Η μεταφορά συντελεστή δόμησης -ένα από τα πιο αποτελεσματικά πολεοδομικά εργαλεία- εφαρμόστηκε στρεβλά, ευτελίστηκε και σήμερα παραμένει ανενεργή.
4. Η αυθαιρεσία είναι τόσο εκτεταμένη χωρικά, αλλά κυρίως τόσο διαδεδομένη και αποδεκτή κοινωνικά, που αποτελεί καθεστώς. Δημιουργεί τετελεσμένα, πιέζοντας εκβιαστικά το κράτος να ρυθμίζει, να τακτοποιεί, να νομιμοποιεί μια ανακυκλούμενη πολεοδομική και περιβαλλοντική παρανομία... Αν υπάρχει αίτημα ανατροπής, με ουσιαστική -και όχι συνθηματολογική- έννοια (δηλαδή ανατροπή στους κώδικες συμπεριφοράς, την υφιστάμενη κατάσταση και τη διαχρονική κυβερνητική/διοικητική πρακτική και νοοτροπία), το πεδίο εφαρμογής (της ανατροπής) είναι τούτο! Ιδού η Ρόδος...
Οι ημιυπαίθριοι χώροι, ένα απαραίτητο αρχιτεκτονικό εργαλείο -ιδίως σε μια μεσογειακή χώρα- για την ένωση του “μέσα” με το “έξω”, μετατράπηκαν σε έμμεση αύξηση του εκμεταλλεύσιμου κτισμένου χώρου και του συντελεστή δόμησης.
Οι ημιυπαίθριοι στην πλειονότητά τους κλείστηκαν για να αυξήσουν τους εκμεταλλεύσιμους χώρους, -και να προσφέρουν οικονομικό όφελος υπεραξίας στους εργολάβους-, ενώ οι βοηθητικοί μετατράπηκαν σε χώρους κύριας χρήσης. Αυτή η κατάσταση είναι μια πραγματικότητα που αφορά σήμερα την πλειονότητα των κτισμάτων.
Οι παρακάτω θέσεις θα μπορούσαν, πιστεύουμε, να φανούν χρήσιμες:
(α). Η νομιμοποίηση των ημιυπαίθριων χώρων δεν πρέπει να ταυτιστεί με εισπρακτική πολιτική.
(β). Να μη νομιμοποιηθεί η μετατροπή χώρων στάθμευσης σε χώρους κύριας χρήσης (διότι τότε μειώνονται οι υποχρεωτικές θέσεις στάθμευσης για τις υπάρχουσες χρήσεις).
(γ). Με διαδικασία αντίστοιχη του κοινωνικού συντελεστή (Ν.1337) να νομιμοποιηθούν οι ημιυπαίθριοι που έχουν κλειστεί μέχρι 15 - 20 τ.μ. σε κατοικίες, χωρίς την καταβολή προστίμου. Το μέτρο μπορεί να θεωρηθεί κοινωνικό μέτρο ικανοποίησης πραγματικών αναγκών.
(δ). Οι υπόλοιποι ημιυπαίθριοι χώροι να αντιμετωπιστούν με τη διαδικασία της τακτοποίησης, υπό την προϋπόθεση ότι βρίσκονται στο περίγραμμα του κτιρίου και έχουν περιληφθεί στη νόμιμη οικοδομική άδεια. Το πρόστιμο που θα επιβληθεί να είναι αντίστοιχο της αγοραίας αξίας ανά τ.μ. Η νομιμοποίηση των χώρων αυτών μπορεί να πραγματοποιηθεί με μεταφορά συντελεστή δόμησης (σ.δ.) από διατηρητέα κτίρια ή με αγορά σ.δ. από ειδικό ταμείο. Σ’ αυτό το ειδικό ταμείο θα κατατίθεται το τίμημα του σ.δ., αντίστοιχο του προστίμου. Το ταμείο αυτό θα διαθέτει τα εισπραττόμενα ποσά αποκλειστικά για την απαλλοτρίωση ή αγορά οικοπέδων που θα μετατρέπονται σε κοινόχρηστους χώρους πρασίνου. Η απαραίτητη νομοθετική ρύθμιση ενός τέτοιου μέτρου συνδυάζεται και στοχεύει σε πραγματική αύξηση του πρασίνου και των ελεύθερων χώρων.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το μεγάλο και κρίσιμο θέμα είναι η αυθαίρετη δόμηση. Και πέρα από τις σχετικές επισημάνσεις στην αρχή αυτού του κειμένου, καθοριστική στο ζήτημα αυτό είναι η διάσταση της οικιστικής υπερμεγέθυνσης της Αθήνας.
Το έχουμε ξαναπεί, το τονίζουμε και τώρα: Η Αθήνα για να σωθεί πρέπει να πάψει να “αναπτύσσεται”, πρέπει να σταματήσει να μεγενθύνεται. Η Αθήνα -του 45% του πληθυσμού και του 70% των οικονομικών δραστηριοτήτων της χώρας- για να σωθεί πρέπει διοικητικά της τμήματα, οικονομικά της αντικείμενα με τις εξουσίες τους, τις υποδομές τους, τα στελέχη τους, να μετακινηθούν έξω και πέρα απ’ αυτήν.
Η Ελλάδα για να σωθεί πρέπει η περιφέρεια να αποσπάσει, να κερδίσει τμήματα της Αθήνας.
Απο(συγ)κεντρώστε την Αθήνα για να τη σώσετε...
Η Ελλάδα είναι και της Αθήνας το μέλλον...
------------------------------------------------------------
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Μακεδονία" (19/11/2009) και στην εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ" (21/11/2009).
Παράλληλα στάλθηκε προς Το Γραφείο του Πρωθυπουργού, την Υπουργό ΥΠΕΚΑ κ. Τ. Μπιρμπίλη και τον Υθυπουργό ΥΠΕΚΑ κ. Αθ. Μωραΐτη.
Το e-diavlos.blogspot.com διευθύνει ο Ελευθέριος Τζιόλας.
28.1.10
27.1.10
H Ελλάδα, η ευρωζώνη και το πραγματικό πρόβλημα ;
του Ελευθερίου Τζιόλα
Ι. Η ελληνική περίπτωση.
Η χώρα στην πρώτη της πρόσωπο-με πρόσωπο επαφή της με τις αγορές πέτυχε τη σύναψη δανείου 8δις. ΕΥΡΩ.
Ενυπάρχει μέσα σ΄αυτό ένα διπλό μύνημα. Η Ελλάδα, παρ΄ ότι κλονισμένη και αδύναμη, διαθέτει αποθέματα εμπιστοσύνης, στέκεται όρθια. Από την άλλη πλευρά, επιβεβαιώθηκε και το μέγεθος του προβλήματος. Η Ελλάδα δεν μπορεί να πληρώνει για τον δανεισμό της κάτι λιγότερο από την Ουκρανία και δύο φορές περισσότερο από τη Γερμανία, κάτι τέτοιο υπονόμευει κάθε βιώσιμη προοτική.
H χώρα διανύει μια περίοδο ασφυκτικών πιέσεων που εστιάζονται στο δημοσιονομικό της πρόβλημα (μεγάλο έλλειμα και τεράστιο δημόσιο χρέος). Η συνταγή απαιτούν να είναι άμεσης απόδοσης και με προσδιορισμένο το περιεχόμενο της (στα βασικά της στοιχεία).
Η Ελλάδα είναι, πράγματι, σ΄ορισμένες πλευρές της –μέσα στην ευρύτερη κρίση- μια ειδική περίπτωση. Η ‘’γκρίζα και ‘’μαύρη ‘’ περιοχή της οικονομίας της (παραοικονομία, διαφθορά) υπολογίζεται στο 35% του Α.Ε.Π.! Η εκτεταμένη φοροκλοπή και φοροδιαφυγή (υπολογισμένη στο 30% !), η τεράστια εισφοροδιαφυγή και εισφοροαποφυγή (υπολογισμένη μόνο για το ΙΚΑ, ετησίως στα 6,5 δις.ΕΥΡΩ !), η μεγάλη υποχώρηση στην παραγωγικότητα, οι απίθανες σπατάλες και η κακοδιαχείρηση αποτελούν ενδημικά αποσαθρωτικά φαινόμενα.
Η κάκιστη οικονομική πενταετία του Κ.Καραμανλή (του ‘’μικρού’’), με ευθύνες διαστάσεων χρεοκοπίας της πατρίδας, επέφερε καίριο, βαρύ πλήγμα…Έσπρωξε τη χώρα στην χειρότερη κατάσταση της στα τελευταία πενήντα χρόνια διαδρομής της.
Τα παραπάνω συγκροτούν την ‘’ελληνική ιδιαιτερότητα’’. Δεν πρέπει, όμως ποτέ να διαφεύγει της προσοχής -και της επικέντρωσης των πολιτικών μας- ότι το τεράστιο έλλειμα τρεχουσών συναλλαγών και ο εξαιρετικά χαμηλός όγκος πραγματικών επενδύσεων αποτυπώνουν το βαθύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, δείχνοντας την διαχρονική καχεκτική της αδυναμία και το αδιέξοδο της παραγωγικής της δομής. Σε τελική ανάλυση, το οικονομικό πρόβλημα της χώρας είναι πρόβλημα δομικό. Πρόβλημα μοντέλου παραγωγής και παραγωγικής βάσης, ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας.
Στα προβλήματα που συγκροτούν την ‘’ελληνική ιδιαιτερότητα’’ απαιτείται μια συνεκτικά σχεδιασμένη, δίκαια οργανωμένη και, κυρίως, με χειροπιαστά αποτελέσματα πολιτική εξυγίανσης, εκσυγχρονισμού,συμμαζέματος, ‘’νοικοκυρέματος’’.Στο βαθύτερο, όμως, δομικό προβλήματα της οικονομίας (της πραγματικής οικονομίας) απαιτείται μια νέα,ολοκληρωμένη, γενναία πολιτική αναπτυξιακής ανάκαμψης και νέων τομέων παραγωγής με αντίληψη παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Αυτή, η δεύτερη πλευρά –η αναπτυξιακή πολιτική- είναι η ατμομηχανή για την δραστική αλλαγή των αρνητικών δεδομένων, την ανάκαμψη και ένα μέλλον πραγματικής προόδου.
Αυτή η πλευρά δεν πρέπει και δεν μπορεί να ιεραρχείται χαμηλώτερα από την αναγκαία βραχυπρόθεσμη γραμμή της αναπροσαρμογής και της εξυγίανσης. Χρειάζεται, εδώ, αλλαγή προτεραιοτήτων, μετακίνηση του βάρους της πανεθνικής μας προσπάθειας προς την παραγωγική, αναπτυξιακή διάσταση και κινητοποίηση πόρων προς αυτή την κατεύθυνση (ξεδίπλωμα του ΕΣΠΑ, εφαρμογή του Π.Δ.Ε., επενδυτικά κίνητρα, ενεργειακός τομέας, οικονομία της γνώσης, κράτος υποστηρικτικό, λειτουργικό, αποτελεσματικό).
Αν όλα τα παραπάνω προωθηθούν, τότε η κρίση για την Ελλάδα θα έχει εννοηθεί και αξιοποιηθεί ως ευκαιρία. Κι αυτή η νέα, πανεθνική προσπάθεια ανασυγκρότησης, αλλαγών και ανάπτυξης (νέο μοντέλο, νέα περιεχόμενα, νέοι τομείς, νέα υποκείμενα) θα δημιουργεί μια νέα εθνική πραγματικότητα.
ΙΙ. Η ευρωζώνη, η Ε.Ε., η αλήθεια.
Όσο, όμως, αυτά είναι αλήθεια, άλλο τόσο είναι αλήθεια ένα άλλο μέρος που αφορά σην Ε.Ε., ιδιαίτερα την ευρωζώνη (τα προβλήματα, την κρίση της και τις αναγκαίες απαντήσεις) το οποίο σχεδόν αποκρύπτεται, αλλά είναι καθοριστικό και αξιολογικά σημαντικότερο για το άμεσο μέλλον της Ε.Ε. από την ελληνική περίπτωση. Πρόκειται για την κρίση της ευρωζώνης και, κατ΄επέκταση, της Ε.Ε., που είναι ευρύτερη και βαθύτερη και δεν περιορίζεται στην ελληνική περίπτωση, όπως στοχευμένα θα ήθελαν να περάσουν ως μήνυμα και ως προσέγγιση οι κυρίαρχες ελίτ (και, βέβαια, ‘’κορυφές’’ της Ε.Επιτροπής και της Ε.Κ.Τράπεζας).
Κρίση, η οποία, ενώ το φθινόπωρο 2008, είχε αξιολογηθεί ως μια εξελισσόμενη αποσαθρωτική διεργασία της ευρωπαϊκής οικονομίας, και αναζητούνταν λύσεις μέσω ενός νέου ‘’new deal’’, πολιτικών εθνικοποιήσεων και νεοκεϋνσιανών επιλογών, τώρα, η κρίση απομονώνεται σε ορισμένες χώρες/θήλακες, σε ορισμένες ζώνες, οι οποίες καλούνται να τα ‘’βγάλουν πέρα μόνες τους’’. Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική από την παρουσιαζόμενη. Η Γερμανία έχει οδηγηθεί στα υψηλώτερα επίπεδα δανεισμού της μετά τον δεύτερο πόλεμο, η Γαλλία εμφανίζει έλλειμα που θυμίζει μεσογειακή χώρα (πάνω από 7,5%), η Ιταλία συγκαταλλέγεται στις οικονομίες βαθειάς ύφεσης, η Ισπανία δεν αποτελεί πλέον, εδώ και χρόνια, «θαύμα» και η Μ.Βρεττανία, παρ΄ότι εκτός ευρωζώνης, έχει παραπλήσιο με την υπερχρεωμένη Ιρλανδία έλλειμα. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο η Ελλάδα, ούτε μόνο οι PIIGS (Portugal, Italy, Ireland, Greece, Spain) – piigs, που ηχητικά παραπέμπει στα ‘’γουρούνια’’…Ο μέσος όρος του ελλείματος, ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ε.Ε., είναι σήμερα στο 7%, και, μάλιστα, μετά από εφαρμογή σχετικών προγραμμάτων σταθερότητας! Η συμμετοχή της Ελλάδας, μίας χώρας με εκτόπισμα 2,5% στην ευρωπαϊκή οικονομία (γιατί αυτό είναι το πραγματικό οικονομικό της μέγεθος), έχει ασήμαντη επιρροή στο μέσο συνολικό ευρωπαϊκό έλλειμα (μαθηματικά ίση με 0,17%). Είναι, λοιπόν, μια κρίση ευρύτερη γεωγραφικά και βαθύτερη οικονομικά, που συνεχίζεται.
Συνεχίζεται και απειλεί, γιατί οι κυρίαρχες πολιτικές όπως τις οριοθετεί το πλαίσιο σταθερότητας, τις έχει αποφασίσει το συντηρητικό διευθυντήριο και τις προωθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κομισιόν δεν μπορούν να αποτελέσουν απάντηση και να ορίσουν την διέξοδο. Η απάντηση με σκληρές περιοριστικές πολιτικές, πολιτικές και νέας συμπίεσης του σκέλους ΄΄εργασία΄΄ (στο δίπολο κεφάλαιο-εργασία) και πολιτικές ‘’σαλαμοποίησης’’ορισμένων χωρών δημιουργούν το αντίθετο από το επιθυμούμενο αποτέλεσμα, την βαθαίνουν και την ανατροφοδοτούν. Εξ άλλου, το σκληρό, αδυσώπητο μάθημα από την ιστορία των κρίσεων είναι ότι απάντηση τους με μονομερείς, περιοριστικές πολιτικές σημαίνει πραγματική καταστροφή. Το ‘’στράγγισμα’’ μιας οικονομίας σε ύφεση οδηγεί στον βέβαιο στραγγαλισμό της. Αργό ίσως, αλλά βέβαιο...
Επί πλέον, επισημαίνουμε ότι το όριο του ελλείματος στο 3% του ΑΕΠ έχει αφαιρέσει ουσιαστικά από τις κυβερνήσεις, ιδιαίτερα σε εποχές κρίσης, το όπλο της δημοσιονομικής πολιτικής , ενώ και το άλλο όπλο της νομισματικής πολιτικής (ΕΥΡΩ) ασκείται, πλέον, αποκλειστικά από την Ε.Κ.Τράπεζα. Δικαιώνεται, μετά θάνατον, ο Α.Παπανδρέου που είχε πει ότι «η συνθήκη του Μάαστριχτ είναι μια συνθήκη των τραπεζιτών και χρειάζεται διορθώσεις»...Η συνθήκη του Μάαστριχτ προστάτευσε και στήριξε το νέο νόμισμα, το ευρώ, ώστε να σταθεί στις αγορές, να ισχυροποιηθεί και να γίνει αποθεματικό νόμισμα. Σήμερα, είναι το σκληρότερο νόμισμα στον κόσμο, κι αυτό μπορεί να είναι καλό για τους τραπεζίτες, αλλά όχι για την παραγωγή, τα προϊόντα και τις εξαγωγές της Ευρώπης.
Το, δε, εκτεταμένο φαινόμενο της κερδοσκοπίας που διαπιστώθηκε τις προηγούμενες ημέρες έναντι της χώρας μας, θα αποτελέσει τη γραμμή των κερδοσκοπικών funds, τα οποία θα «επιτίθενται» στα ομόλογα όποιας χώρας παρουσιάζει επιδείνωση στα οικονομικά της ανεβάζοντας τα επιτόκια με τα οποία την δανείζουν. Δηλαδή, μέσω της άκαμπτης στάσης της Ε.Κ.Τ. και της Ε.Επιτροπής επανήλθαμε σ΄αυτό που θέλαμε να αποφύγουμε με τη δημιουργία της Ε.Ε., στις κερδοσκοπικές επιθέσεις εναντίον των χωρών/μελών. Μία άλλη, διαφορετική πολιτική στο σημείο αυτό θα ήταν η Ε.Κ.Τ. να εξέδιδε ευρωομόλογα και να δανείζεται εκείνη για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Τότε το κόστος θα ήταν πολύ χαμηλώτερο και οι δυνατότητες (τα περιθώρια) κερδοσκοπίας εξαιρετικά περιορισμένα. Στη συνέχεια, η Ε.Κ.Τ. θα δάνειζε κάθε χώρα με διαφορετικό επιτόκιο και διαφορετικούς όρους, ανάλογα με τις επιδόσεις της. Η θέση της, κατ΄αυτόν τον τρόπο, θα ήταν και πάλι νευραλγική , αλλά μέσα σ΄ένα άλλο πλαίσιο. Θα προωθούσε την πολιτική της, με δική της ευθύνη και με διαπραγματεύσιμο κόστος. Και, σε κάθε περίπτωση, θα παρείχε μια ορισμένη αμυντική γραμμή στις χώρες/μέλη απέναντι στην κερδοσκοπική βουλιμία. Όσο η Ε.Κ.Τ. κινείται στην οριοθετημένη σημερινή περιοριστική της πολιτική, τόσο οι μεγάλες τράπεζες θα αυξάνουν τα επιτόκια δανεισμού –και το αυξημένο κόστος χρήματος θα μετακυλίεται στις επιχειρήσεις, στην παραγωγή και τους πολίτες- βυθίζοντας ακόμα περισσότερο την πραγματική οικονομία σε ύφεση,σε ‘’πάγωμα’’. Ταυτόχρονα, στις ευρωπαϊκές χώρες και τον κόσμο της παραγωγής θα έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο βάρος γενεών, αλλά κι ένας μεγάλος ‘’έχθρος’’ : οι μεγάλες τράπεζες.
ΙΙΙ. Δράση και στα δύο επίπεδα : Ε.Ε. – Ελλάδα.
Η παραπάνω ανάλυση επιχειρεί να δείξει συγκεκριμένα έναν άλλο δρόμο (σ΄ενα κρίσιμο θέμα) για να βεβαιώσει ότι υπάρχουν ‘’άλλες πολιτικές’’, κι ότι ο προβαλλόμενος μονόδρομος εξυπερητεί εκείνους που τον προβάλλουν.
Να υπογραμμίσουμε με έμφαση ότι μια συνολικώτερη διαφορετική στρατηγική στην Ευρώπη-στα πλαίσια της οποίας ως πτυχές της νοούνται κι όλα τα παραπάνω-σχετίζεται στενά : (α). με πραγματική πρόοδο στην οικονομική, κι όχι απλά νομισματική ενοποίηση, (β). με θεαματική πρόοδο στην πολιτική ενοποίηση και (γ). με την ανόρθωση και την παρεμβατικότητα του ευρωπαϊκού ριζοσπαστισμού και των σοσιαλιστών.
Πάντως, στο μέτωπο αυτό, -της κρίσης στην ευρωζώνη και του ριζικού αναπροσανατολισμού της ευρωπαϊκής πολιτικής-, θα μπορούσε να ξετιλυχθεί ένα κύμα παρέμβασεων διανοουμένων, οργανώσεων, ινστιτούτων, δικτύων για την παρουσίαση του αδιεξόδου της κυρίαρχης γραμμής στην Ευρώπη, καθώς, και την ανάδειξη μιας άλλης οπτικής. Μια τέτοια πανευρωπαϊκή δραστηριοποίηση, εκτός των άλλων, θα αποτελούσε υποστήριξη και προς τις πιεζόμενες σήμερα χώρες.
Ας μην λησμονείται ότι, σε περιόδους κρίσεων, η έλλειψη κοινής αποτελεσματικής πολιτικής και πραγματικής αλληλεγγύης στις οικονομικές και, -έστω, χαλαρές - πολιτικές ενώσεις (ΟΝΕ, Ε.Ε) πληρώνονται απ΄όλους, και, πολύ βαρύτερα από τους κυρίαρχους των ενώσεων αυτών. Αυτή κατά βάθος είναι η αγωνία, πρωτίστως, της κ. Μέρκελ, αλλά και του κ. Σαρκοζί. Μόνο που η λύση δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι, η εξάντληση της Ελλάδας… Όσο,δε, για τη Μ.Βρεττανία και τους ‘’Financial Times’’ το πρόβλημα είναι άλλης τάξης, είναι η ίδια η ευρωζώνη...
Ι. Η ελληνική περίπτωση.
Η χώρα στην πρώτη της πρόσωπο-με πρόσωπο επαφή της με τις αγορές πέτυχε τη σύναψη δανείου 8δις. ΕΥΡΩ.
Ενυπάρχει μέσα σ΄αυτό ένα διπλό μύνημα. Η Ελλάδα, παρ΄ ότι κλονισμένη και αδύναμη, διαθέτει αποθέματα εμπιστοσύνης, στέκεται όρθια. Από την άλλη πλευρά, επιβεβαιώθηκε και το μέγεθος του προβλήματος. Η Ελλάδα δεν μπορεί να πληρώνει για τον δανεισμό της κάτι λιγότερο από την Ουκρανία και δύο φορές περισσότερο από τη Γερμανία, κάτι τέτοιο υπονόμευει κάθε βιώσιμη προοτική.
H χώρα διανύει μια περίοδο ασφυκτικών πιέσεων που εστιάζονται στο δημοσιονομικό της πρόβλημα (μεγάλο έλλειμα και τεράστιο δημόσιο χρέος). Η συνταγή απαιτούν να είναι άμεσης απόδοσης και με προσδιορισμένο το περιεχόμενο της (στα βασικά της στοιχεία).
Η Ελλάδα είναι, πράγματι, σ΄ορισμένες πλευρές της –μέσα στην ευρύτερη κρίση- μια ειδική περίπτωση. Η ‘’γκρίζα και ‘’μαύρη ‘’ περιοχή της οικονομίας της (παραοικονομία, διαφθορά) υπολογίζεται στο 35% του Α.Ε.Π.! Η εκτεταμένη φοροκλοπή και φοροδιαφυγή (υπολογισμένη στο 30% !), η τεράστια εισφοροδιαφυγή και εισφοροαποφυγή (υπολογισμένη μόνο για το ΙΚΑ, ετησίως στα 6,5 δις.ΕΥΡΩ !), η μεγάλη υποχώρηση στην παραγωγικότητα, οι απίθανες σπατάλες και η κακοδιαχείρηση αποτελούν ενδημικά αποσαθρωτικά φαινόμενα.
Η κάκιστη οικονομική πενταετία του Κ.Καραμανλή (του ‘’μικρού’’), με ευθύνες διαστάσεων χρεοκοπίας της πατρίδας, επέφερε καίριο, βαρύ πλήγμα…Έσπρωξε τη χώρα στην χειρότερη κατάσταση της στα τελευταία πενήντα χρόνια διαδρομής της.
Τα παραπάνω συγκροτούν την ‘’ελληνική ιδιαιτερότητα’’. Δεν πρέπει, όμως ποτέ να διαφεύγει της προσοχής -και της επικέντρωσης των πολιτικών μας- ότι το τεράστιο έλλειμα τρεχουσών συναλλαγών και ο εξαιρετικά χαμηλός όγκος πραγματικών επενδύσεων αποτυπώνουν το βαθύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, δείχνοντας την διαχρονική καχεκτική της αδυναμία και το αδιέξοδο της παραγωγικής της δομής. Σε τελική ανάλυση, το οικονομικό πρόβλημα της χώρας είναι πρόβλημα δομικό. Πρόβλημα μοντέλου παραγωγής και παραγωγικής βάσης, ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας.
Στα προβλήματα που συγκροτούν την ‘’ελληνική ιδιαιτερότητα’’ απαιτείται μια συνεκτικά σχεδιασμένη, δίκαια οργανωμένη και, κυρίως, με χειροπιαστά αποτελέσματα πολιτική εξυγίανσης, εκσυγχρονισμού,συμμαζέματος, ‘’νοικοκυρέματος’’.Στο βαθύτερο, όμως, δομικό προβλήματα της οικονομίας (της πραγματικής οικονομίας) απαιτείται μια νέα,ολοκληρωμένη, γενναία πολιτική αναπτυξιακής ανάκαμψης και νέων τομέων παραγωγής με αντίληψη παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Αυτή, η δεύτερη πλευρά –η αναπτυξιακή πολιτική- είναι η ατμομηχανή για την δραστική αλλαγή των αρνητικών δεδομένων, την ανάκαμψη και ένα μέλλον πραγματικής προόδου.
Αυτή η πλευρά δεν πρέπει και δεν μπορεί να ιεραρχείται χαμηλώτερα από την αναγκαία βραχυπρόθεσμη γραμμή της αναπροσαρμογής και της εξυγίανσης. Χρειάζεται, εδώ, αλλαγή προτεραιοτήτων, μετακίνηση του βάρους της πανεθνικής μας προσπάθειας προς την παραγωγική, αναπτυξιακή διάσταση και κινητοποίηση πόρων προς αυτή την κατεύθυνση (ξεδίπλωμα του ΕΣΠΑ, εφαρμογή του Π.Δ.Ε., επενδυτικά κίνητρα, ενεργειακός τομέας, οικονομία της γνώσης, κράτος υποστηρικτικό, λειτουργικό, αποτελεσματικό).
Αν όλα τα παραπάνω προωθηθούν, τότε η κρίση για την Ελλάδα θα έχει εννοηθεί και αξιοποιηθεί ως ευκαιρία. Κι αυτή η νέα, πανεθνική προσπάθεια ανασυγκρότησης, αλλαγών και ανάπτυξης (νέο μοντέλο, νέα περιεχόμενα, νέοι τομείς, νέα υποκείμενα) θα δημιουργεί μια νέα εθνική πραγματικότητα.
ΙΙ. Η ευρωζώνη, η Ε.Ε., η αλήθεια.
Όσο, όμως, αυτά είναι αλήθεια, άλλο τόσο είναι αλήθεια ένα άλλο μέρος που αφορά σην Ε.Ε., ιδιαίτερα την ευρωζώνη (τα προβλήματα, την κρίση της και τις αναγκαίες απαντήσεις) το οποίο σχεδόν αποκρύπτεται, αλλά είναι καθοριστικό και αξιολογικά σημαντικότερο για το άμεσο μέλλον της Ε.Ε. από την ελληνική περίπτωση. Πρόκειται για την κρίση της ευρωζώνης και, κατ΄επέκταση, της Ε.Ε., που είναι ευρύτερη και βαθύτερη και δεν περιορίζεται στην ελληνική περίπτωση, όπως στοχευμένα θα ήθελαν να περάσουν ως μήνυμα και ως προσέγγιση οι κυρίαρχες ελίτ (και, βέβαια, ‘’κορυφές’’ της Ε.Επιτροπής και της Ε.Κ.Τράπεζας).
Κρίση, η οποία, ενώ το φθινόπωρο 2008, είχε αξιολογηθεί ως μια εξελισσόμενη αποσαθρωτική διεργασία της ευρωπαϊκής οικονομίας, και αναζητούνταν λύσεις μέσω ενός νέου ‘’new deal’’, πολιτικών εθνικοποιήσεων και νεοκεϋνσιανών επιλογών, τώρα, η κρίση απομονώνεται σε ορισμένες χώρες/θήλακες, σε ορισμένες ζώνες, οι οποίες καλούνται να τα ‘’βγάλουν πέρα μόνες τους’’. Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική από την παρουσιαζόμενη. Η Γερμανία έχει οδηγηθεί στα υψηλώτερα επίπεδα δανεισμού της μετά τον δεύτερο πόλεμο, η Γαλλία εμφανίζει έλλειμα που θυμίζει μεσογειακή χώρα (πάνω από 7,5%), η Ιταλία συγκαταλλέγεται στις οικονομίες βαθειάς ύφεσης, η Ισπανία δεν αποτελεί πλέον, εδώ και χρόνια, «θαύμα» και η Μ.Βρεττανία, παρ΄ότι εκτός ευρωζώνης, έχει παραπλήσιο με την υπερχρεωμένη Ιρλανδία έλλειμα. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο η Ελλάδα, ούτε μόνο οι PIIGS (Portugal, Italy, Ireland, Greece, Spain) – piigs, που ηχητικά παραπέμπει στα ‘’γουρούνια’’…Ο μέσος όρος του ελλείματος, ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ε.Ε., είναι σήμερα στο 7%, και, μάλιστα, μετά από εφαρμογή σχετικών προγραμμάτων σταθερότητας! Η συμμετοχή της Ελλάδας, μίας χώρας με εκτόπισμα 2,5% στην ευρωπαϊκή οικονομία (γιατί αυτό είναι το πραγματικό οικονομικό της μέγεθος), έχει ασήμαντη επιρροή στο μέσο συνολικό ευρωπαϊκό έλλειμα (μαθηματικά ίση με 0,17%). Είναι, λοιπόν, μια κρίση ευρύτερη γεωγραφικά και βαθύτερη οικονομικά, που συνεχίζεται.
Συνεχίζεται και απειλεί, γιατί οι κυρίαρχες πολιτικές όπως τις οριοθετεί το πλαίσιο σταθερότητας, τις έχει αποφασίσει το συντηρητικό διευθυντήριο και τις προωθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κομισιόν δεν μπορούν να αποτελέσουν απάντηση και να ορίσουν την διέξοδο. Η απάντηση με σκληρές περιοριστικές πολιτικές, πολιτικές και νέας συμπίεσης του σκέλους ΄΄εργασία΄΄ (στο δίπολο κεφάλαιο-εργασία) και πολιτικές ‘’σαλαμοποίησης’’ορισμένων χωρών δημιουργούν το αντίθετο από το επιθυμούμενο αποτέλεσμα, την βαθαίνουν και την ανατροφοδοτούν. Εξ άλλου, το σκληρό, αδυσώπητο μάθημα από την ιστορία των κρίσεων είναι ότι απάντηση τους με μονομερείς, περιοριστικές πολιτικές σημαίνει πραγματική καταστροφή. Το ‘’στράγγισμα’’ μιας οικονομίας σε ύφεση οδηγεί στον βέβαιο στραγγαλισμό της. Αργό ίσως, αλλά βέβαιο...
Επί πλέον, επισημαίνουμε ότι το όριο του ελλείματος στο 3% του ΑΕΠ έχει αφαιρέσει ουσιαστικά από τις κυβερνήσεις, ιδιαίτερα σε εποχές κρίσης, το όπλο της δημοσιονομικής πολιτικής , ενώ και το άλλο όπλο της νομισματικής πολιτικής (ΕΥΡΩ) ασκείται, πλέον, αποκλειστικά από την Ε.Κ.Τράπεζα. Δικαιώνεται, μετά θάνατον, ο Α.Παπανδρέου που είχε πει ότι «η συνθήκη του Μάαστριχτ είναι μια συνθήκη των τραπεζιτών και χρειάζεται διορθώσεις»...Η συνθήκη του Μάαστριχτ προστάτευσε και στήριξε το νέο νόμισμα, το ευρώ, ώστε να σταθεί στις αγορές, να ισχυροποιηθεί και να γίνει αποθεματικό νόμισμα. Σήμερα, είναι το σκληρότερο νόμισμα στον κόσμο, κι αυτό μπορεί να είναι καλό για τους τραπεζίτες, αλλά όχι για την παραγωγή, τα προϊόντα και τις εξαγωγές της Ευρώπης.
Το, δε, εκτεταμένο φαινόμενο της κερδοσκοπίας που διαπιστώθηκε τις προηγούμενες ημέρες έναντι της χώρας μας, θα αποτελέσει τη γραμμή των κερδοσκοπικών funds, τα οποία θα «επιτίθενται» στα ομόλογα όποιας χώρας παρουσιάζει επιδείνωση στα οικονομικά της ανεβάζοντας τα επιτόκια με τα οποία την δανείζουν. Δηλαδή, μέσω της άκαμπτης στάσης της Ε.Κ.Τ. και της Ε.Επιτροπής επανήλθαμε σ΄αυτό που θέλαμε να αποφύγουμε με τη δημιουργία της Ε.Ε., στις κερδοσκοπικές επιθέσεις εναντίον των χωρών/μελών. Μία άλλη, διαφορετική πολιτική στο σημείο αυτό θα ήταν η Ε.Κ.Τ. να εξέδιδε ευρωομόλογα και να δανείζεται εκείνη για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Τότε το κόστος θα ήταν πολύ χαμηλώτερο και οι δυνατότητες (τα περιθώρια) κερδοσκοπίας εξαιρετικά περιορισμένα. Στη συνέχεια, η Ε.Κ.Τ. θα δάνειζε κάθε χώρα με διαφορετικό επιτόκιο και διαφορετικούς όρους, ανάλογα με τις επιδόσεις της. Η θέση της, κατ΄αυτόν τον τρόπο, θα ήταν και πάλι νευραλγική , αλλά μέσα σ΄ένα άλλο πλαίσιο. Θα προωθούσε την πολιτική της, με δική της ευθύνη και με διαπραγματεύσιμο κόστος. Και, σε κάθε περίπτωση, θα παρείχε μια ορισμένη αμυντική γραμμή στις χώρες/μέλη απέναντι στην κερδοσκοπική βουλιμία. Όσο η Ε.Κ.Τ. κινείται στην οριοθετημένη σημερινή περιοριστική της πολιτική, τόσο οι μεγάλες τράπεζες θα αυξάνουν τα επιτόκια δανεισμού –και το αυξημένο κόστος χρήματος θα μετακυλίεται στις επιχειρήσεις, στην παραγωγή και τους πολίτες- βυθίζοντας ακόμα περισσότερο την πραγματική οικονομία σε ύφεση,σε ‘’πάγωμα’’. Ταυτόχρονα, στις ευρωπαϊκές χώρες και τον κόσμο της παραγωγής θα έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο βάρος γενεών, αλλά κι ένας μεγάλος ‘’έχθρος’’ : οι μεγάλες τράπεζες.
ΙΙΙ. Δράση και στα δύο επίπεδα : Ε.Ε. – Ελλάδα.
Η παραπάνω ανάλυση επιχειρεί να δείξει συγκεκριμένα έναν άλλο δρόμο (σ΄ενα κρίσιμο θέμα) για να βεβαιώσει ότι υπάρχουν ‘’άλλες πολιτικές’’, κι ότι ο προβαλλόμενος μονόδρομος εξυπερητεί εκείνους που τον προβάλλουν.
Να υπογραμμίσουμε με έμφαση ότι μια συνολικώτερη διαφορετική στρατηγική στην Ευρώπη-στα πλαίσια της οποίας ως πτυχές της νοούνται κι όλα τα παραπάνω-σχετίζεται στενά : (α). με πραγματική πρόοδο στην οικονομική, κι όχι απλά νομισματική ενοποίηση, (β). με θεαματική πρόοδο στην πολιτική ενοποίηση και (γ). με την ανόρθωση και την παρεμβατικότητα του ευρωπαϊκού ριζοσπαστισμού και των σοσιαλιστών.
Πάντως, στο μέτωπο αυτό, -της κρίσης στην ευρωζώνη και του ριζικού αναπροσανατολισμού της ευρωπαϊκής πολιτικής-, θα μπορούσε να ξετιλυχθεί ένα κύμα παρέμβασεων διανοουμένων, οργανώσεων, ινστιτούτων, δικτύων για την παρουσίαση του αδιεξόδου της κυρίαρχης γραμμής στην Ευρώπη, καθώς, και την ανάδειξη μιας άλλης οπτικής. Μια τέτοια πανευρωπαϊκή δραστηριοποίηση, εκτός των άλλων, θα αποτελούσε υποστήριξη και προς τις πιεζόμενες σήμερα χώρες.
Ας μην λησμονείται ότι, σε περιόδους κρίσεων, η έλλειψη κοινής αποτελεσματικής πολιτικής και πραγματικής αλληλεγγύης στις οικονομικές και, -έστω, χαλαρές - πολιτικές ενώσεις (ΟΝΕ, Ε.Ε) πληρώνονται απ΄όλους, και, πολύ βαρύτερα από τους κυρίαρχους των ενώσεων αυτών. Αυτή κατά βάθος είναι η αγωνία, πρωτίστως, της κ. Μέρκελ, αλλά και του κ. Σαρκοζί. Μόνο που η λύση δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι, η εξάντληση της Ελλάδας… Όσο,δε, για τη Μ.Βρεττανία και τους ‘’Financial Times’’ το πρόβλημα είναι άλλης τάξης, είναι η ίδια η ευρωζώνη...
Ετικέτες
Απόψεις - Ελ. Τζιόλας
18.1.10
Να ξαναζωντανέψουμε την Δημοκρατία μας
Τα προβλήματα της οικονομίας θα έπρεπε να μας κάνει να μην ασχολούμαστε με τίποτα άλλο και εμάς ως θεατές και δημοσιογράφους αλλά και τους πολιτικούς της χώρας και κυρίως τους κυβερνώντες.
Αυτήν την στιγμή πρέπει να βγούμε από την επιτήρηση το συντομότερο, να υπάρξει ένα σχέδιο που να αποβλέπει σε μια καλύτερη Ελλάδα ύστερα από μια σκληρή περίοδο λιτότητας και «ισχνών αγελάδων» . Ποιος από όλους μας, του αρέσει να έρχονται οι Ευρωπαίοι και να ελέγχουν κάθε έγγραφο, κάθε έσοδο και κάθε δαπάνη ;
Αντ’ αυτού η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η νέα κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου αποφασίζει να ασχοληθεί με ένα μείζον θέμα της χώρας, αλλά όχι τόσο επείγον. Θα μπορούσε να περιμένει και 2-3 χρόνια. Δεν χάλασε και ο κόσμος…
Και μάλιστα χωρίς να υπάρχει καν στο πρόγραμμά του. Όπως δεν υπήρχε και το θέμα των ταυτοτήτων αν θυμάστε καλά. Και αυτά τα 2 συνδέονται ασφαλώς. Δεν μπορεί όλα να είναι θεωρίες συνομωσίας.
Στην ουσία του ζητήματος, είναι γεγονός ότι οι μετανάστες στην χώρα μας δεν είναι και από τους πιο αγαπητούς, ούτε βέβαια και ο κράτος απέναντί του είναι σωστό, ενώ αυτοί στην πλειονότητά τους είναι μια εργατική δύναμη που βοήθησε την χώρα να μπει στην ΟΝΕ αλλά και να πραγματοποιήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Οι μετανάστες αυτοί την στιγμή είναι ένα πολύτιμο γρανάζι στην μηχανή του κράτους. Και εμείς σαν λαός δεν θελήσαμε ποτέ να τους αφομοιώσουμε. Μας άρεσαν να μας μαζεύουν τις ελιές, να βοσκάν τα πρόβατα, να βάφουν τους τοίχους με 3 και 60 και εμείς να κάνουμε 5 και 6 χρόνια να βγάλουμε μια σχολή, ζώντας το αγαθό της «φοιτητικής ζωής» . Μας βόλευε να δουλεύουν χωρίς δικαιώματα.
Στην ανάγκη για φτηνή εργασία, φώναζες τον «Αλβανό», στο κακό όμως πάλι έλεγες «Αλβανοί σε κλέψανε ;» Στο ασανσέρ δημόσιας υπηρεσίας αν τύχαινες με κάποιον αλλοεθνή, φυλαγόσουν και κρατούσες σφιχτά την τσάντα σου. Αυτό λέγεται Κοινωνικός Ρατσισμός φίλοι μου. Δυστυχώς στην χώρα μας έχουμε μπόλικο.
Οφείλουμε σαν κοινωνία, τα παιδιά των ΝΟΜΙΜΩΝ μεταναστών, που γεννήθηκαν στη χώρα μας να τα αφομοιώσει. Το παιδί που γεννήθηκε και μεγαλώνει σε αυτή τη χώρα μπορεί στα 18 του να εκλέξει τους τοπικούς και εθνικούς άρχοντες στη χώρα που ζει, εργάζεται ή σπουδάζει. Στην χώρα που πιθανώς αύριο να κάνει την δική του οικογένεια. Γιατί να αποφασίζουν άλλοι για αυτό ;
Για το ζήτημα της ιθαγένειας τώρα, εδώ χρειάζεται να μπουν αρκετές δικλείδες ασφαλείας έτσι ώστε να μην γίνει η χώρα μας, απλά ένα σταυροδρόμι που θα δίνει «διαβατήρια» Ευρωπαίων πολιτών. Μιλώντας μόνο για τα τέκνα των ΝΟΜΙΜΩΝ μεταναστών που έχουν γεννηθεί ή θα γεννηθούν στην χώρα μας, θα μπορούσαν να πάρουν την ιθαγένεια. Αφού θα έχουν παρακολουθήσει την υποχρεωτική ελληνική εκπαίδευση μέχρι τα 15 και αφού περάσει από ειδικές εξετάσεις που θα τον εξετάζουν στην γνώση της γλώσσας, της ιστορίας του ελληνικού έθνους κλπ.
Κοινώς, το να πάρει ένας μετανάστης την ελληνική ιθαγένεια να γίνει μια αρκετά δύσκολη διαδικασία. Να «πονέσει» κάποιος για να την πάρει. Να «μοχθήσει». Έτσι θα έχει και αξία, έτσι θα αξίζουν και αυτοί που θα την πάρουν. Πάντοτε με δικλείδες ασφαλείας για να αποτραπούν φαινόμενα πλαστών εγγράφων από τυχοδιώκτες. ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΙΣΧΥΕΙ ΑΜΦΙΔΡΟΜΑ. Το παιδί πήρε ιθαγένεια, δεν σημαίνει ότι και οι γονείς, ο μπατζανάκης, ο θείος και ο τριτοξάδερφος θα έχει τα ίδια δικαιώματα.
Πάνω από όλα αυτά βέβαια, χρειάζεται μια μόνο κίνηση. Η διενέργεια ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ . Να σεβαστούμε επιτέλους την επιθυμία των πολλών. Να ξαναζωντανέψουμε την Δημοκρατία μας που θα βουλιάζει στον βούρκο των σκανδάλων με τις 5 ταυτόχρονες εξεταστικές.
Δημήτρης Συρμάτσης
Salonica Press News
Αυτήν την στιγμή πρέπει να βγούμε από την επιτήρηση το συντομότερο, να υπάρξει ένα σχέδιο που να αποβλέπει σε μια καλύτερη Ελλάδα ύστερα από μια σκληρή περίοδο λιτότητας και «ισχνών αγελάδων» . Ποιος από όλους μας, του αρέσει να έρχονται οι Ευρωπαίοι και να ελέγχουν κάθε έγγραφο, κάθε έσοδο και κάθε δαπάνη ;
Αντ’ αυτού η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η νέα κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου αποφασίζει να ασχοληθεί με ένα μείζον θέμα της χώρας, αλλά όχι τόσο επείγον. Θα μπορούσε να περιμένει και 2-3 χρόνια. Δεν χάλασε και ο κόσμος…
Και μάλιστα χωρίς να υπάρχει καν στο πρόγραμμά του. Όπως δεν υπήρχε και το θέμα των ταυτοτήτων αν θυμάστε καλά. Και αυτά τα 2 συνδέονται ασφαλώς. Δεν μπορεί όλα να είναι θεωρίες συνομωσίας.
Στην ουσία του ζητήματος, είναι γεγονός ότι οι μετανάστες στην χώρα μας δεν είναι και από τους πιο αγαπητούς, ούτε βέβαια και ο κράτος απέναντί του είναι σωστό, ενώ αυτοί στην πλειονότητά τους είναι μια εργατική δύναμη που βοήθησε την χώρα να μπει στην ΟΝΕ αλλά και να πραγματοποιήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Οι μετανάστες αυτοί την στιγμή είναι ένα πολύτιμο γρανάζι στην μηχανή του κράτους. Και εμείς σαν λαός δεν θελήσαμε ποτέ να τους αφομοιώσουμε. Μας άρεσαν να μας μαζεύουν τις ελιές, να βοσκάν τα πρόβατα, να βάφουν τους τοίχους με 3 και 60 και εμείς να κάνουμε 5 και 6 χρόνια να βγάλουμε μια σχολή, ζώντας το αγαθό της «φοιτητικής ζωής» . Μας βόλευε να δουλεύουν χωρίς δικαιώματα.
Στην ανάγκη για φτηνή εργασία, φώναζες τον «Αλβανό», στο κακό όμως πάλι έλεγες «Αλβανοί σε κλέψανε ;» Στο ασανσέρ δημόσιας υπηρεσίας αν τύχαινες με κάποιον αλλοεθνή, φυλαγόσουν και κρατούσες σφιχτά την τσάντα σου. Αυτό λέγεται Κοινωνικός Ρατσισμός φίλοι μου. Δυστυχώς στην χώρα μας έχουμε μπόλικο.
Οφείλουμε σαν κοινωνία, τα παιδιά των ΝΟΜΙΜΩΝ μεταναστών, που γεννήθηκαν στη χώρα μας να τα αφομοιώσει. Το παιδί που γεννήθηκε και μεγαλώνει σε αυτή τη χώρα μπορεί στα 18 του να εκλέξει τους τοπικούς και εθνικούς άρχοντες στη χώρα που ζει, εργάζεται ή σπουδάζει. Στην χώρα που πιθανώς αύριο να κάνει την δική του οικογένεια. Γιατί να αποφασίζουν άλλοι για αυτό ;
Για το ζήτημα της ιθαγένειας τώρα, εδώ χρειάζεται να μπουν αρκετές δικλείδες ασφαλείας έτσι ώστε να μην γίνει η χώρα μας, απλά ένα σταυροδρόμι που θα δίνει «διαβατήρια» Ευρωπαίων πολιτών. Μιλώντας μόνο για τα τέκνα των ΝΟΜΙΜΩΝ μεταναστών που έχουν γεννηθεί ή θα γεννηθούν στην χώρα μας, θα μπορούσαν να πάρουν την ιθαγένεια. Αφού θα έχουν παρακολουθήσει την υποχρεωτική ελληνική εκπαίδευση μέχρι τα 15 και αφού περάσει από ειδικές εξετάσεις που θα τον εξετάζουν στην γνώση της γλώσσας, της ιστορίας του ελληνικού έθνους κλπ.
Κοινώς, το να πάρει ένας μετανάστης την ελληνική ιθαγένεια να γίνει μια αρκετά δύσκολη διαδικασία. Να «πονέσει» κάποιος για να την πάρει. Να «μοχθήσει». Έτσι θα έχει και αξία, έτσι θα αξίζουν και αυτοί που θα την πάρουν. Πάντοτε με δικλείδες ασφαλείας για να αποτραπούν φαινόμενα πλαστών εγγράφων από τυχοδιώκτες. ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΙΣΧΥΕΙ ΑΜΦΙΔΡΟΜΑ. Το παιδί πήρε ιθαγένεια, δεν σημαίνει ότι και οι γονείς, ο μπατζανάκης, ο θείος και ο τριτοξάδερφος θα έχει τα ίδια δικαιώματα.
Πάνω από όλα αυτά βέβαια, χρειάζεται μια μόνο κίνηση. Η διενέργεια ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ . Να σεβαστούμε επιτέλους την επιθυμία των πολλών. Να ξαναζωντανέψουμε την Δημοκρατία μας που θα βουλιάζει στον βούρκο των σκανδάλων με τις 5 ταυτόχρονες εξεταστικές.
Δημήτρης Συρμάτσης
Salonica Press News
12.1.10
Oι 100 ημέρες...
Οι 100 ημέρες…
Πρώτα απ΄όλα, μια επισήμανση γενικώτερης σημασίας. Μεταξύ των διαπιστώσεων και των πράξεων, μεταξύ των λόγων και των έργων υπάρχει, συνήθως, στη χώρα μας μια απόσταση χάους. Συνέβαινε και πρίν, αλλά, τώρα, μπορεί να αποβεί καταστροφική.
Σχεδόν όλοι, -εκπρόσωποι πολιτικών κομμάτων, κοινωνικών χώρων, οικονομικών φορέων, αλλά και οι απλοί πολίτες-, στις εκτιμήσεις τους διαπιστώνουν ότι η χώρα βρίσκεται στη δυσκολώτερη κατάσταση όλης της διαδρομής των τελευταίων πενήντα (50) και πλέον χρόνων . Σχεδόν όλοι λένε ότι για πρώτη φορά στα τελευταία χρόνια η επόμενη γενιά, δηλαδή τα παιδιά μας, θα ζήσουν χειρότερα από την προηγούμενη, δηλαδή από εμάς. Οι ευθύνες, βέβαια, εδώ του Κ.Καραμανλή (του ''μικρού'') και της ''Ν.Δ.'' είναι ευθύνες με διάσταση χρεοκοπίας της πατρίδας. Η ζωή, όμως, και η πατρίδα ζητούν να συνεχίσουμε. Συνεχίζουμε...
Κι ενώ, λοιπόν, διατυπώνεται αυτός ο δραματικός συμπερασματικός λόγος για την κατάσταση της χώρας, οι συμπεριφορές, οι πράξεις είναι σε εντελώς διαφορετικό κλίμα, σε εκδηλώσεις διαφορετικής λογικής. Βρίσκονται στην προέκταση ενός άκρατου ατομισμού, ενός περιρρέοντος ευδαιμονικού μικροαστισμού, σαν να μην συμβαίνει κάτι πολύ βαθύ και συγκλονιστικό... Μάλλον σε ένα μικροεπεισόδιο οικονομικής δυσπραγίας, παρά σε μια συθέμελη κρίση παραπέμπουν όλες αυτές οι πρακτικές, οι στάσεις και οι εκδηλώσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση έστειλε διαπεραστικά μηνύματα σχετικά με τη διαχείρηση της δημόσιας περιουσίας και χρησιμοποίησε τη δύναμη του παραδείγματος με τον αναγκαίο αυτοπεριορισμό των διευθυντικών κορυφών (σε μια κρίσιμη περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής). Εμφάνισε, όμως, προβλήματα στην έγκαιρη διατύπωση μιας συγκροτημένης και ιεραρχημένης πολιτικής διεξόδου από την κρίση. Τρείς είναι οι άξονες ενός τέτοιου σχεδίου :
(1). η δημοσιονομική προσαρμογή (με σταθμισμένα, κοινωνικά δίκαια μέτρα άμεσου αποτελέσματος, αλλά και επιλογές μεσοπρόθεσμης εξυγίανσης/διόρθωσης) ,
(2). η αναπτυξιακή ανάκαμψη (με στήριξη των παραδοσιακών ισχυρών κλάδων της οικονομίας -κατασκευαστικός τομέας, τουριστικός κλάδος σ΄όλες του τις μορφές και ναυτιλιακός χώρος-, αλλά και τη δημιουργία νέων πεδίων δυναμικής ανάπτυξης -νέα αγροτική/μεταποιητική οικονομία, ενεργειακός τομέας, οικονομία της γνώσης), και,(3). το κράτος (με την έννοια του παραγωγικού υποστηρικτικού μηχανισμού και με τη διάσταση του ''κοινωνικού κράτους'' και του ''κράτους δικαίου'', δηλαδή, ενός μετασχηματισμένου/ενεργητικού κράτους). Τα πέντε (5) νομοσχέδια που είχε παρουσιάσει, πρόσφατα, ο Γ.Παπανδρέου στην Δ.Ε.Θ. συναποτελούσαν ένα μίγμα θετικής διεξόδου και διαποτίζονταν απ΄ αυτούς τους αξόνες. Τα μόλις δύο (2) ψηφισθέντα νομοσχέδια στη Βουλή -ένα για το επίδομα αλληλεγγύης και ένα για το ΑΣΕΠ- παρά τη σημασία τους, απέχουν από τη δυναμική, δημιουργική ώθηση που είχε, και έχει ανάγκη, η οικονομία και η χώρα.
Στο σημείο αυτό, και μάλιστα, μετά την πρόσφατη επίσκεψη των κοινοτικών στελεχών, πρέπει να επισημάνουμε, ότι η επιλογή της διαμόρφωσης του Προγράμματος Σταθερότητας από κοινού με τις υπηρεσίες της Κομισιόν, ώστε να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο απόρριψης του, ενώ είναι δικαιολογημένη, πρέπει να μην καταλήξει να είναι η πλήρης αποδοχή και η ελληνική αποτύπωση της καθιερωμένης τυποποιημένης συνταγής των Βρυξελλών, την οποία επί της ουσίας εισηγούνται οι αγορές (δηλαδή, μείωση μισθών, μείωση κοινωνικών δαπανών, μείωση συντάξεων, αύξηση έμμεσων φόρων). Πρέπει να είναι σαφές ότι αν η δραστική αναπροσαρμογή δεν γίνει με όρους πραγματικής εξυγίανσης και κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά με τη συνταγή των αγορών, -και μάλιστα στην ελληνική καπιταλιστική ιδιοτυπία της κλεπτοκρατίας-, τότε, απλώς, θα διαιωνισθεί αυτό το χρεοκοπημένο αντικοινωνικό μοντέλο. Αν είναι να πληρώσουν το κόστος της δημοσιονομικής εξυγίανσης οι ίδιες κοινωνικές κατηγορίες, που ήδη έχουν πληρώσει (φορολογούμενες και πολλαπλά επιβαρυνθείσες) αφήνοντας την ‘’γκρίζα’’ και ‘’μαύρη’’ περιοχή της οικονομίας, ουσιαστικά ανέγγιχτη, τότε η βύθιση είναι βέβαια και η ανάκαμψη αδύνατη. Επίσης, η πίεση των αγορών και της Κομισιόν στα δημοσιονομικά (ως βραχυπρόθεσμη απαίτηση), δεν πρέπει να μας οδηγήσει να χάσουμε από τις προτεραιότητες μας τον δεύτερο και τρίτο άξονα, που παραπάνω αναφέρθηκαν, και αποτελούν το πραγματικό όχημα βιώσιμης οικονομικής προοπτικής : την αναπτυξιακή ανάκαμψη (με δέσμη ενεργητικών πολιτικών, σοβαρό Π.Δ.Ε. και πλήρες ξεδίπλωμα του ΕΣΠΑ) και το μετασχηματισμένο κράτος (αντιγραφειοκρατικό, παραγωγικό, ενεργητικό). Δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ ότι το βαθύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνεται στο τεράστιο έλλειμα τρεχουσών συναλλαγών και τον εξαιρετικά χαμηλό όγκο πραγματικών επενδύσεων. Σε τελική ανάλυση, το πρόβλημα της χώρας είναι πρόβλημα παραγωγικής βάσης, ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. Είναι πρόβλημα της πραγματικής οικονομίας.
Για τις εκατό (100), λοιπόν, ημέρες, συνοπτικά, το δίλλημα δεν είναι, όπως συνήθως τίθεται, μεταξύ θετικού ή αρνητικού απολογισμού. Προφανώς, η κίνηση είναι προς τα μπρός... Η κοινωνική αποδοχή και η στήριξη, παρά τις διαπιστωμένες αστοχίες, αντιφάσεις και αρρυθμίες, είναι σημαντική, ενώ και οι προσδοκίες διακρατούνται. Όμως, όλα τα μείζονα θέματα της χώρας (οικονομία, εθνικά, κράτος) κινούνται στην κρίσιμη περιοχή, βρίσκονται στο ‘’κόκκινο’’. Kακή αίσθηση και διαχείρηση του πολιτικού χρόνου, και τυχόν νέες παλινωδίες, μπορεί να αποβούν μοιραίες. Ο ιστορικός ηγέτης, Α.Παπανδρέου, σε τέτοιες περιστάσεις, έλεγε : ''δεν δικαιούμαστε να αποτύχουμε...".
Όσοι έχουμε βαθύτερη συνείδηση των πραγμάτων και των εξελίξεων οφείλουμε να πράξουμε σταθερά, υπεύθυνα και με συνέχεια το καλύτερο.
Θα ήθελα να κλείσω τούτη την παρέμβαση, επισημαίνοντας ότι η καθυστέρηση στην στελέχωση -με ποιοτικό και ικανό δυναμικό- των δημόσιων οργανισμών και φορέων με έδρα τη Θεσσαλονίκη (πανελλαδικής ή/και διεθνούς εμβέλειας) είναι μεγάλη. Συσσωρεύονται και προκαλούνται προβλήματα με αρνητικές επιπτώσεις. Οι σχετικές αποφάσεις δεν μπορούν να βραδύνουν άλλο…
Οι καιροί ου μενετοί.
Και οι ευθύνες καθοριστικές…
Θεσσαλονίκη, 12 Ιανουαρίου 2010.
Πρώτα απ΄όλα, μια επισήμανση γενικώτερης σημασίας. Μεταξύ των διαπιστώσεων και των πράξεων, μεταξύ των λόγων και των έργων υπάρχει, συνήθως, στη χώρα μας μια απόσταση χάους. Συνέβαινε και πρίν, αλλά, τώρα, μπορεί να αποβεί καταστροφική.
Σχεδόν όλοι, -εκπρόσωποι πολιτικών κομμάτων, κοινωνικών χώρων, οικονομικών φορέων, αλλά και οι απλοί πολίτες-, στις εκτιμήσεις τους διαπιστώνουν ότι η χώρα βρίσκεται στη δυσκολώτερη κατάσταση όλης της διαδρομής των τελευταίων πενήντα (50) και πλέον χρόνων . Σχεδόν όλοι λένε ότι για πρώτη φορά στα τελευταία χρόνια η επόμενη γενιά, δηλαδή τα παιδιά μας, θα ζήσουν χειρότερα από την προηγούμενη, δηλαδή από εμάς. Οι ευθύνες, βέβαια, εδώ του Κ.Καραμανλή (του ''μικρού'') και της ''Ν.Δ.'' είναι ευθύνες με διάσταση χρεοκοπίας της πατρίδας. Η ζωή, όμως, και η πατρίδα ζητούν να συνεχίσουμε. Συνεχίζουμε...
Κι ενώ, λοιπόν, διατυπώνεται αυτός ο δραματικός συμπερασματικός λόγος για την κατάσταση της χώρας, οι συμπεριφορές, οι πράξεις είναι σε εντελώς διαφορετικό κλίμα, σε εκδηλώσεις διαφορετικής λογικής. Βρίσκονται στην προέκταση ενός άκρατου ατομισμού, ενός περιρρέοντος ευδαιμονικού μικροαστισμού, σαν να μην συμβαίνει κάτι πολύ βαθύ και συγκλονιστικό... Μάλλον σε ένα μικροεπεισόδιο οικονομικής δυσπραγίας, παρά σε μια συθέμελη κρίση παραπέμπουν όλες αυτές οι πρακτικές, οι στάσεις και οι εκδηλώσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση έστειλε διαπεραστικά μηνύματα σχετικά με τη διαχείρηση της δημόσιας περιουσίας και χρησιμοποίησε τη δύναμη του παραδείγματος με τον αναγκαίο αυτοπεριορισμό των διευθυντικών κορυφών (σε μια κρίσιμη περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής). Εμφάνισε, όμως, προβλήματα στην έγκαιρη διατύπωση μιας συγκροτημένης και ιεραρχημένης πολιτικής διεξόδου από την κρίση. Τρείς είναι οι άξονες ενός τέτοιου σχεδίου :
(1). η δημοσιονομική προσαρμογή (με σταθμισμένα, κοινωνικά δίκαια μέτρα άμεσου αποτελέσματος, αλλά και επιλογές μεσοπρόθεσμης εξυγίανσης/διόρθωσης) ,
(2). η αναπτυξιακή ανάκαμψη (με στήριξη των παραδοσιακών ισχυρών κλάδων της οικονομίας -κατασκευαστικός τομέας, τουριστικός κλάδος σ΄όλες του τις μορφές και ναυτιλιακός χώρος-, αλλά και τη δημιουργία νέων πεδίων δυναμικής ανάπτυξης -νέα αγροτική/μεταποιητική οικονομία, ενεργειακός τομέας, οικονομία της γνώσης), και,(3). το κράτος (με την έννοια του παραγωγικού υποστηρικτικού μηχανισμού και με τη διάσταση του ''κοινωνικού κράτους'' και του ''κράτους δικαίου'', δηλαδή, ενός μετασχηματισμένου/ενεργητικού κράτους). Τα πέντε (5) νομοσχέδια που είχε παρουσιάσει, πρόσφατα, ο Γ.Παπανδρέου στην Δ.Ε.Θ. συναποτελούσαν ένα μίγμα θετικής διεξόδου και διαποτίζονταν απ΄ αυτούς τους αξόνες. Τα μόλις δύο (2) ψηφισθέντα νομοσχέδια στη Βουλή -ένα για το επίδομα αλληλεγγύης και ένα για το ΑΣΕΠ- παρά τη σημασία τους, απέχουν από τη δυναμική, δημιουργική ώθηση που είχε, και έχει ανάγκη, η οικονομία και η χώρα.
Στο σημείο αυτό, και μάλιστα, μετά την πρόσφατη επίσκεψη των κοινοτικών στελεχών, πρέπει να επισημάνουμε, ότι η επιλογή της διαμόρφωσης του Προγράμματος Σταθερότητας από κοινού με τις υπηρεσίες της Κομισιόν, ώστε να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο απόρριψης του, ενώ είναι δικαιολογημένη, πρέπει να μην καταλήξει να είναι η πλήρης αποδοχή και η ελληνική αποτύπωση της καθιερωμένης τυποποιημένης συνταγής των Βρυξελλών, την οποία επί της ουσίας εισηγούνται οι αγορές (δηλαδή, μείωση μισθών, μείωση κοινωνικών δαπανών, μείωση συντάξεων, αύξηση έμμεσων φόρων). Πρέπει να είναι σαφές ότι αν η δραστική αναπροσαρμογή δεν γίνει με όρους πραγματικής εξυγίανσης και κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά με τη συνταγή των αγορών, -και μάλιστα στην ελληνική καπιταλιστική ιδιοτυπία της κλεπτοκρατίας-, τότε, απλώς, θα διαιωνισθεί αυτό το χρεοκοπημένο αντικοινωνικό μοντέλο. Αν είναι να πληρώσουν το κόστος της δημοσιονομικής εξυγίανσης οι ίδιες κοινωνικές κατηγορίες, που ήδη έχουν πληρώσει (φορολογούμενες και πολλαπλά επιβαρυνθείσες) αφήνοντας την ‘’γκρίζα’’ και ‘’μαύρη’’ περιοχή της οικονομίας, ουσιαστικά ανέγγιχτη, τότε η βύθιση είναι βέβαια και η ανάκαμψη αδύνατη. Επίσης, η πίεση των αγορών και της Κομισιόν στα δημοσιονομικά (ως βραχυπρόθεσμη απαίτηση), δεν πρέπει να μας οδηγήσει να χάσουμε από τις προτεραιότητες μας τον δεύτερο και τρίτο άξονα, που παραπάνω αναφέρθηκαν, και αποτελούν το πραγματικό όχημα βιώσιμης οικονομικής προοπτικής : την αναπτυξιακή ανάκαμψη (με δέσμη ενεργητικών πολιτικών, σοβαρό Π.Δ.Ε. και πλήρες ξεδίπλωμα του ΕΣΠΑ) και το μετασχηματισμένο κράτος (αντιγραφειοκρατικό, παραγωγικό, ενεργητικό). Δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ ότι το βαθύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνεται στο τεράστιο έλλειμα τρεχουσών συναλλαγών και τον εξαιρετικά χαμηλό όγκο πραγματικών επενδύσεων. Σε τελική ανάλυση, το πρόβλημα της χώρας είναι πρόβλημα παραγωγικής βάσης, ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. Είναι πρόβλημα της πραγματικής οικονομίας.
Για τις εκατό (100), λοιπόν, ημέρες, συνοπτικά, το δίλλημα δεν είναι, όπως συνήθως τίθεται, μεταξύ θετικού ή αρνητικού απολογισμού. Προφανώς, η κίνηση είναι προς τα μπρός... Η κοινωνική αποδοχή και η στήριξη, παρά τις διαπιστωμένες αστοχίες, αντιφάσεις και αρρυθμίες, είναι σημαντική, ενώ και οι προσδοκίες διακρατούνται. Όμως, όλα τα μείζονα θέματα της χώρας (οικονομία, εθνικά, κράτος) κινούνται στην κρίσιμη περιοχή, βρίσκονται στο ‘’κόκκινο’’. Kακή αίσθηση και διαχείρηση του πολιτικού χρόνου, και τυχόν νέες παλινωδίες, μπορεί να αποβούν μοιραίες. Ο ιστορικός ηγέτης, Α.Παπανδρέου, σε τέτοιες περιστάσεις, έλεγε : ''δεν δικαιούμαστε να αποτύχουμε...".
Όσοι έχουμε βαθύτερη συνείδηση των πραγμάτων και των εξελίξεων οφείλουμε να πράξουμε σταθερά, υπεύθυνα και με συνέχεια το καλύτερο.
Θα ήθελα να κλείσω τούτη την παρέμβαση, επισημαίνοντας ότι η καθυστέρηση στην στελέχωση -με ποιοτικό και ικανό δυναμικό- των δημόσιων οργανισμών και φορέων με έδρα τη Θεσσαλονίκη (πανελλαδικής ή/και διεθνούς εμβέλειας) είναι μεγάλη. Συσσωρεύονται και προκαλούνται προβλήματα με αρνητικές επιπτώσεις. Οι σχετικές αποφάσεις δεν μπορούν να βραδύνουν άλλο…
Οι καιροί ου μενετοί.
Και οι ευθύνες καθοριστικές…
Θεσσαλονίκη, 12 Ιανουαρίου 2010.
Ετικέτες
Απόψεις - Ελ. Τζιόλας
11.1.10
Τέσσερεις (4) προτάσεις για την Αυτοδιοίκηση και την Περιφ.Διοίκηση (''Καλλικράτης'' - ''Καποδίστρια ΙΙ ").
Τέσσερεις (4) προτάσεις: για ένα νέο ουσιαστικό κύμα Αποκέντρωσης.
1. Μητροπολιτικοί Δήμοι.
Οι συζητήσεις για ένα νέο σχέδιο αναδιοργάνωσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης («Καποδίστριας ΙΙ») αναφέρονται και πάλι, ως επί το πλείστον, στους περίπου χίλιους (1000) νέους δήμους που προήλθαν από τον «Καποδίστρια Ι»στην περιφέρεια της χώρας, εκτός των δύο – μάλλον τριών – μεγάλων πολεοδομικών συγκροτημάτων Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης. Ενώ το πραγματικό πρόβλημα οργανωτικής – χωροταξικής αναδιοργάνωσης και αποτελεσματικής διοίκησης αφορά κυρίως αυτές τις περιοχές. Εξάλλου, ο «Καποδίστριας Ι» δεν αντιμετώπισε αυτή τη σοβαρή εκκρεμότητα, εξαιτίας πιέσεων από συσχετισμούς παραγόντων και λόγω ταλαντεύσεων εκλογικίστικων σκοπιμοτήτων στις περιφέρειες Αθηνών και Πειραιώς. Καταστάσεις, οι οποίες, τώρα, πρέπει – και μπορούν – να ξεπερασθούν.
Συνεκτιμώντας τις υφιστάμενες τάσεις πληθυσμιακής συγκέντρωσης και συσσώρευσης δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, καθώς και τις σύγχρονες δυνατότητες επικοινωνίας και δικτύωσης, το σχέδιο αναδιοργάνωσης (στην ουσία ανασυγκρότησης) των μητροπολιτικών περιοχών πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο την Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, αλλά και σημαντικά άλλα αστικά κέντρα, όπως την Πάτρα, το Ηράκλειο, τη Λάρισσα, την Καβάλα, το Βόλο κλπ.
Το νέο σχέδιο, λοιπόν, για χωροταξική – διοικητική αναδιοργάνωση πρέπει να εφαρμοσθεί – για τα μεγέθη της κλίμακας της Ελλάδας – σ’ όλα τα πολεοδομικά συγκροτήματα με πυκνότητα πληθυσμού άνω των 400.000 κατοίκων.
Η πρότασή μας κινείται στους παρακάτω απλούς και σαφείς άξονες:
1ος : Τα πολεοδομικά συγκροτήματα, ως κοινωνικές και χωροταξικές ενότητες, όχι μόνο στην υφιστάμενη κατάστασή τους αλλά και στην χρονικά και προγραμματικά προβλεπόμενη, αποτελούν τους νέους δήμους, τους μητροπολιτικούς δήμους.
2ος : Οι εσωτερικές – εντός των νέων (μητροπολιτικών) δήμων – ενότητες (ανθρωπογεωγραφικά, χωροθετικά, ιστορικά και οικονομικοκοινωνικά) αποτελούν τα Δημοτικά Διαμερίσματα. Τα όρια των δημοτικών διαμερισμάτων δεν μπορεί να είναι τα όρια των επί μέρους προϋφιστάμενων δήμων, αλλά ευρύτερης έκτασης, ώστε να δημιουργείται ένα σοβαρό χωρικό μέγεθος για την εφαρμογή δράσεων και την ουσιαστική άσκηση πολιτικών.
3ος : Ο Δήμος και τα Διαμερίσματα διοικούνται από αιρετούς άρχοντες (Δήμαρχο, Πρόεδρο Διαμερίσματος) και ισχυρά αιρετά Συμβούλια. Ο αριθμός των μελών των Συμβουλίων Δημοτικών και Διαμερισματικών ορίζεται με βάση πληθυσμιακά κριτήρια, με ελάχιστο όριο τα 41 μέλη στους δήμους και τα 21 μέλη στα διαμερίσματα. Ως διοικούσα παράταξη αναδεικνύεται εκείνη που θα επιτύχει το 50% +1 της εκλογικής δύναμης. Γεγονός που σημαίνει και ακύρωση του νόμου της «Ν.Δ» με το μειοψηφικό 42%. Ειδική μέριμνα θα υπάρξει στη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των βαθμίδων των αιρετών εξουσιών, με μετακίνηση του κέντρου βάρους προς τη βάση και προς τα αντιπροσωπευτικότερα σώματα. Προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί και ένα αναλογικότερο σύστημα αντιπροσώπευσης (γεγονός που επιβάλει την αλλαγή εκλογικού νόμου).
4ος : Οικοδόμηση νέων σχέσεων σε δύο επίπεδα: αποκεντρωμένων θεσμών – λαϊκής βάσης, στο εσωτερικό των ίδιων των θεσμών. Αναγκαίες είναι δύο αντίστοιχες ριζοσπαστικές δέσμες μέτρων: πρώτη· καθιέρωση συμμετοχικών διαδικασιών της κοινωνικής βάσης με αποτελεσματικό χαρακτήρα, δεύτερη· η εφαρμογή μέτρων αντιμετώπισης της διαφθοράς, εφαρμογής της διαφάνειας και διάκρισης ρόλων στα πλαίσια των νέων θεσμών.
Στην πρώτη κατηγορία αναφέρονται:
• η ανοιχτή, ετήσια λογοδοσία όλων των αιρετών οργάνων διοίκησης και η ψήφιση του απολογισμού τους, με δικαίωμα μομφής στο σύνολο ή σ’ επιμέρους παράγοντες άσκησης εξουσίας (και την συνεπαγόμενη ολική ή μερική εκλογή μετά την καθαίρεση λόγω μομφής).
• τα αποφασιστικά δημοψηφίσματα, τα αιρετά λαϊκά μέλη σε Οργανισμούς και Μόνιμες Επιτροπές, η παρεμβατική κοινωνική διαβούλευση δεσμευτικού χαρακτήρα.
• η αυτόνομη οργάνωση των πολιτών σε συλλόγους και σωματεία με αντικείμενο την ποιότητα ζωής, τις υποδομές, την κοινωνική προστασία, το περιβάλλον, τον πολιτισμό.
Στη δεύτερη κατηγορία αναφέρονται:
• η κυκλική εναλλαγή διευθυντικών στελεχών, ανά τακτές χρονικές περιόδους, μεταξύ των υπηρεσιακών μονάδων εντός της Αυτοδιοίκησης.
• ο αποκλεισμός εκλογής σε αιρετά όργανα της αυτοδιοίκησης διευθυντικών στελεχών που ασκούν διοικητικά καθήκοντα στο θεσμό.
• η επέκταση του «πόθεν έσχες», η έμφαση στην εξακρίβωση του «πόθεν», και η ενσωμάτωση του στην ετήσια λογοδοσία.
Μια τέτοια μεγάλη θεσμική αλλαγή στην οργάνωση της διοίκησης και στην αντιμετώπιση των τοπικών, κοινωνικών υποθέσεων διαμορφώνει ριζικά νέα πολιτικά και αναπτυξιακά δεδομένα. Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοιας έκτασης και μεγέθους μεταρρύθμιση θα αποτελέσει την ατμομηχανή για την εφαρμογή αντίστοιχων αλλαγών ανασυγκρότησης – συσσωμάτωσης και στους άλλους, περιφερειακούς δήμους της χώρας, ελαττώνοντας τον αριθμό των δήμων στην περιφέρεια της χώρας από τους σημερινούς 1035 σε μικρότερο αριθμό (380 – 430). Έτσι συγκροτείται το τμήμα της διοικητικής μεταρρύθμισης που αφορά την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση ενός νέου σχεδίου. Στην τρέχουσα συζήτηση μια τέτοια απόπειρα συνηθίζεται να αποκαλείται «Καποδίστριας ΙΙ», αλλά προσλαμβάνει, μέχρι τώρα, ένα τεχνικό – διαχειριστικό περιεχόμενο.
2. Η αιρετή Περιφερειακή Διοίκηση.
Στη χώρα πρέπει να επανακαθορισθούν οι Περιφέρειές της. Ο νέος αριθμός Περιφερειών, με βάση ανθρωπογεωγραφικά, αναπτυξιακά και ιστορικά κριτήρια, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκατρείς (13). Στα πλαίσια των Περιφερειών καθορίζονται τα Νομαρχιακά Διαμερίσματα. Οδηγό για τον χωρικό καθορισμό των νομαρχιακών διαμερισμάτων αποτελεί η υφιστάμενη διαίρεση της χώρας σε νομούς. Οι διοικήσεις των περιφερειών και των νομαρχιακών διαμερισμάτων είναι αιρετές, και προκύπτουν μέσα από ενιαία εκλογική διαδικασία, με αναμέτρηση παρατάξεων οι οποίες εκπροσωπούνται και στην περιφέρεια και στα νομαρχιακά διαμερίσματα.
Ο αριθμός και ο τρόπος εκλογής του Περιφερειάρχη, του νομάρχη(αιρετό στέλεχος του Περ.Συμβουλίου, ορισμένου με απόφαση του Περιφερειάρχη και για ορισμένη θητεία) και των μελών του Περιφερειακού και Νομαρχιακού Συμβουλίου προσδιορίζεται από νέο εκλογικό νόμο, με τον οποίο θα επιδιώκεται και η αναλογικότερη εκπροσώπηση των πολιτικών δυνάμεων της κοινωνίας.
Ο αριθμός των μελών (στα δύο Συμβούλια) ορίζεται με βάση τα πληθυσμιακά κριτήρια με ελάχιστο όριο τα 41 μέλη στην Περιφέρεια και ρύθμιση για την απαραίτητη εκπροσώπηση των νομαρχιακών διαμερισμάτων, και ελάχιστο όριο τα 21 μέλη στους Νομούς (νομοδιαμερίσματα).
Η αιρετή διοίκηση της Περιφέρειας δεν εξαντλείται στη μονοπρόσωπη έκφραση της (περιφερειάρχης), αλλά συγκροτείται και λειτουργεί συλλογικά με τη μορφή ενός είδους «περιφερειακής κυβέρνησης» με κεντρικό συντελεστή τον περιφερειάρχη. Μεταξύ του Περιφερειακού και Νομαρχιακού επιπέδου υφίσταται ιεραρχική πολιτική σχέση ανώτερου/κατώτερου επιπέδου.
Η Περιφερειακή διοίκηση και η οργάνωση της και η Δημοτική διοίκηση και η οργάνωση της αποτελούν ανεξάρτητες δομές με προσδιορισμένες όμως από το Σύνταγμα και το νόμο τις σχέσεις μεταξύ τους, καθώς και το φάσμα των εξουσιών και αρμοδιοτήτων τους.
Οι ρυθμίσεις για τις σχέσεις των νέων θεσμών με την κοινωνική βάση και στο εσωτερικό τους είναι ανάλογες εκείνων που αναφέρθηκαν παραπάνω, στο τμήμα για την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση.
3. Κατάργησης της μονιμότητας ή κοινωνική αξιολόγηση και κυκλική εναλλαγή.
Σταθερό και διαρκές κριτήριό μας για νέες πρωτοβουλίες αλλά και τον έλεγχο των πραγματοποιηθέντων επιλογών μας πρέπει να είναι η αξιόπιστη και θετική σχέση της διοίκησης με τον πολίτη.
Για τη διαμόρφωση μιας τέτοιας θετικής σχέσης που θα αντικαταστήσει την σημερινή της καταδυνάστευσης και απαξίωσης απαιτείται η παρέμβαση των ίδιων των πολιτών για την αλλαγή αυταρχικών νοοτροπιών και εκβιαστικών πρακτικών της διοίκησης. Η τομή εδώ αφορά την αξιολόγηση, τον έλεγχο και τις προτάσεις που θα προέρχονται από την «εξυπηρετούμενη» κοινωνία. Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση των στελεχών και των υπαλλήλων, καθώς και των υπηρεσιακών μονάδων, δεν θα γίνεται μόνο από την διοικητική ιεραρχία (για την οποία έχουμε ήδη σημειώσει ότι θα εφαρμόζεται η «κυκλική εναλλαγή»), αλλά και την κοινωνική βάση. Δηλαδή, από τους πολίτες που εξυπηρετούνται απ’ αυτές τις υπηρεσιακές μονάδες. Η συσχέτιση των δύο αυτών αξιολογήσεων (διοικητικής ιεραρχίας και λαϊκής βάσης) θα δίδει το τελικό αποτέλεσμα για τις προαγωγές στελεχών, τις αναγκαίες θεσμικές και τεχνικές βελτιώσεις, τα προγράμματα επιμόρφωσης. Ενώ, θα αποτελεί και υλικό καθοριστικής συμβολής για νέες διοικητικές αλλαγές και πολιτικές πρωτοβουλίες. Η κοινωνική βάση σ’ αυτή τη θεσμοθετημένη διαδικασία αξιολόγησης θα εκφράζεται μέσω των δικών της οργανώσεων που έχουν σχέση με την αξιολογούμενη υπηρεσιακή μονάδα. Το δικαίωμα αυτό θα έχουν βέβαια, σταθμισμένα, ατομικά και οι πολίτες. Μια τέτοια αξιολόγηση («διπλής τροχιάς») θα επαναλαμβάνεται θεσμοθετημένα σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. ανά δύο έτη). Όλες οι προσλήψεις στη Δημόσια Διοίκηση πρέπει να γίνονται με αδιάβλητο, διαφανή και αξιοκρατικό τρόπο. Και η μονιμότητα πρέπει να μετατραπεί από συνώνυμο της «δια βίου τακτοποίησης» και της ελάχιστης απόδοσης, σε συνώνυμο της παραγωγικότητας, της εμπειρίας, της εξυπηρέτησης και της ποιότητας.
Επ’ αυτών πρέπει να αξιοποιηθούν σύγχρονες μέθοδοι και νόρμες παραγωγικότητας.
4. Οικονομικοί πόροι. Διαφάνεια διαχείρισης.
Το 65%, τουλάχιστο, των πόρων του κράτους και των ευρωπαϊκών πόρων πρέπει να κατευθυνθεί προς την περιφερειακή διοίκηση και την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση.
Η ευθύνη στους νέους αποκεντρωμένους θεσμούς, και ιδιαίτερα στις ηγεσίες τους, θα είναι τεράστια και πολύπλευρη. Το στοίχημα για το νέο άλμα της Πατρίδας θα παιχθεί κυρίως εδώ. Από τα αποτελέσματα της συστηματικής προσπάθειας αυτών των θεσμών σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, σε κάθε τομέα δράσης, θα κριθεί το άλμα ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αλλά και το άλμα συνοχής, δικαιοσύνης και ευημερίας της ελληνικής κοινωνίας.
Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοια τεράστια μεταφορά πόρων και ευθύνης πρέπει να συνοδευτεί από τους αναγκαίους μηχανισμούς τήρησης και ελέγχου της διαφανούς και αποτελεσματικής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών. Μηχανισμούς εξωτερικούς, δηλαδή κοινωνικούς, αλλά και εσωτερικούς, δηλαδή ελεγκτικούς σε σταθερή βάση και, βεβαίως, κατασταλτικούς σε ειδικές ακραίες περιπτώσεις.
------------------------------------------------------------------------------------------------
(*).Η πρότασή του αυτή παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο 2006 και διατηρεί μέχρι σήμερα –και στα πλαίσια της σχετικής συζήτησης, που άνοιξε μετά την σχετική πρόταση της κυβέρνησης- πλήρως τον επίκαιρο χαρακτήρα της.
1. Μητροπολιτικοί Δήμοι.
Οι συζητήσεις για ένα νέο σχέδιο αναδιοργάνωσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης («Καποδίστριας ΙΙ») αναφέρονται και πάλι, ως επί το πλείστον, στους περίπου χίλιους (1000) νέους δήμους που προήλθαν από τον «Καποδίστρια Ι»στην περιφέρεια της χώρας, εκτός των δύο – μάλλον τριών – μεγάλων πολεοδομικών συγκροτημάτων Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης. Ενώ το πραγματικό πρόβλημα οργανωτικής – χωροταξικής αναδιοργάνωσης και αποτελεσματικής διοίκησης αφορά κυρίως αυτές τις περιοχές. Εξάλλου, ο «Καποδίστριας Ι» δεν αντιμετώπισε αυτή τη σοβαρή εκκρεμότητα, εξαιτίας πιέσεων από συσχετισμούς παραγόντων και λόγω ταλαντεύσεων εκλογικίστικων σκοπιμοτήτων στις περιφέρειες Αθηνών και Πειραιώς. Καταστάσεις, οι οποίες, τώρα, πρέπει – και μπορούν – να ξεπερασθούν.
Συνεκτιμώντας τις υφιστάμενες τάσεις πληθυσμιακής συγκέντρωσης και συσσώρευσης δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, καθώς και τις σύγχρονες δυνατότητες επικοινωνίας και δικτύωσης, το σχέδιο αναδιοργάνωσης (στην ουσία ανασυγκρότησης) των μητροπολιτικών περιοχών πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο την Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, αλλά και σημαντικά άλλα αστικά κέντρα, όπως την Πάτρα, το Ηράκλειο, τη Λάρισσα, την Καβάλα, το Βόλο κλπ.
Το νέο σχέδιο, λοιπόν, για χωροταξική – διοικητική αναδιοργάνωση πρέπει να εφαρμοσθεί – για τα μεγέθη της κλίμακας της Ελλάδας – σ’ όλα τα πολεοδομικά συγκροτήματα με πυκνότητα πληθυσμού άνω των 400.000 κατοίκων.
Η πρότασή μας κινείται στους παρακάτω απλούς και σαφείς άξονες:
1ος : Τα πολεοδομικά συγκροτήματα, ως κοινωνικές και χωροταξικές ενότητες, όχι μόνο στην υφιστάμενη κατάστασή τους αλλά και στην χρονικά και προγραμματικά προβλεπόμενη, αποτελούν τους νέους δήμους, τους μητροπολιτικούς δήμους.
2ος : Οι εσωτερικές – εντός των νέων (μητροπολιτικών) δήμων – ενότητες (ανθρωπογεωγραφικά, χωροθετικά, ιστορικά και οικονομικοκοινωνικά) αποτελούν τα Δημοτικά Διαμερίσματα. Τα όρια των δημοτικών διαμερισμάτων δεν μπορεί να είναι τα όρια των επί μέρους προϋφιστάμενων δήμων, αλλά ευρύτερης έκτασης, ώστε να δημιουργείται ένα σοβαρό χωρικό μέγεθος για την εφαρμογή δράσεων και την ουσιαστική άσκηση πολιτικών.
3ος : Ο Δήμος και τα Διαμερίσματα διοικούνται από αιρετούς άρχοντες (Δήμαρχο, Πρόεδρο Διαμερίσματος) και ισχυρά αιρετά Συμβούλια. Ο αριθμός των μελών των Συμβουλίων Δημοτικών και Διαμερισματικών ορίζεται με βάση πληθυσμιακά κριτήρια, με ελάχιστο όριο τα 41 μέλη στους δήμους και τα 21 μέλη στα διαμερίσματα. Ως διοικούσα παράταξη αναδεικνύεται εκείνη που θα επιτύχει το 50% +1 της εκλογικής δύναμης. Γεγονός που σημαίνει και ακύρωση του νόμου της «Ν.Δ» με το μειοψηφικό 42%. Ειδική μέριμνα θα υπάρξει στη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των βαθμίδων των αιρετών εξουσιών, με μετακίνηση του κέντρου βάρους προς τη βάση και προς τα αντιπροσωπευτικότερα σώματα. Προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί και ένα αναλογικότερο σύστημα αντιπροσώπευσης (γεγονός που επιβάλει την αλλαγή εκλογικού νόμου).
4ος : Οικοδόμηση νέων σχέσεων σε δύο επίπεδα: αποκεντρωμένων θεσμών – λαϊκής βάσης, στο εσωτερικό των ίδιων των θεσμών. Αναγκαίες είναι δύο αντίστοιχες ριζοσπαστικές δέσμες μέτρων: πρώτη· καθιέρωση συμμετοχικών διαδικασιών της κοινωνικής βάσης με αποτελεσματικό χαρακτήρα, δεύτερη· η εφαρμογή μέτρων αντιμετώπισης της διαφθοράς, εφαρμογής της διαφάνειας και διάκρισης ρόλων στα πλαίσια των νέων θεσμών.
Στην πρώτη κατηγορία αναφέρονται:
• η ανοιχτή, ετήσια λογοδοσία όλων των αιρετών οργάνων διοίκησης και η ψήφιση του απολογισμού τους, με δικαίωμα μομφής στο σύνολο ή σ’ επιμέρους παράγοντες άσκησης εξουσίας (και την συνεπαγόμενη ολική ή μερική εκλογή μετά την καθαίρεση λόγω μομφής).
• τα αποφασιστικά δημοψηφίσματα, τα αιρετά λαϊκά μέλη σε Οργανισμούς και Μόνιμες Επιτροπές, η παρεμβατική κοινωνική διαβούλευση δεσμευτικού χαρακτήρα.
• η αυτόνομη οργάνωση των πολιτών σε συλλόγους και σωματεία με αντικείμενο την ποιότητα ζωής, τις υποδομές, την κοινωνική προστασία, το περιβάλλον, τον πολιτισμό.
Στη δεύτερη κατηγορία αναφέρονται:
• η κυκλική εναλλαγή διευθυντικών στελεχών, ανά τακτές χρονικές περιόδους, μεταξύ των υπηρεσιακών μονάδων εντός της Αυτοδιοίκησης.
• ο αποκλεισμός εκλογής σε αιρετά όργανα της αυτοδιοίκησης διευθυντικών στελεχών που ασκούν διοικητικά καθήκοντα στο θεσμό.
• η επέκταση του «πόθεν έσχες», η έμφαση στην εξακρίβωση του «πόθεν», και η ενσωμάτωση του στην ετήσια λογοδοσία.
Μια τέτοια μεγάλη θεσμική αλλαγή στην οργάνωση της διοίκησης και στην αντιμετώπιση των τοπικών, κοινωνικών υποθέσεων διαμορφώνει ριζικά νέα πολιτικά και αναπτυξιακά δεδομένα. Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοιας έκτασης και μεγέθους μεταρρύθμιση θα αποτελέσει την ατμομηχανή για την εφαρμογή αντίστοιχων αλλαγών ανασυγκρότησης – συσσωμάτωσης και στους άλλους, περιφερειακούς δήμους της χώρας, ελαττώνοντας τον αριθμό των δήμων στην περιφέρεια της χώρας από τους σημερινούς 1035 σε μικρότερο αριθμό (380 – 430). Έτσι συγκροτείται το τμήμα της διοικητικής μεταρρύθμισης που αφορά την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση ενός νέου σχεδίου. Στην τρέχουσα συζήτηση μια τέτοια απόπειρα συνηθίζεται να αποκαλείται «Καποδίστριας ΙΙ», αλλά προσλαμβάνει, μέχρι τώρα, ένα τεχνικό – διαχειριστικό περιεχόμενο.
2. Η αιρετή Περιφερειακή Διοίκηση.
Στη χώρα πρέπει να επανακαθορισθούν οι Περιφέρειές της. Ο νέος αριθμός Περιφερειών, με βάση ανθρωπογεωγραφικά, αναπτυξιακά και ιστορικά κριτήρια, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκατρείς (13). Στα πλαίσια των Περιφερειών καθορίζονται τα Νομαρχιακά Διαμερίσματα. Οδηγό για τον χωρικό καθορισμό των νομαρχιακών διαμερισμάτων αποτελεί η υφιστάμενη διαίρεση της χώρας σε νομούς. Οι διοικήσεις των περιφερειών και των νομαρχιακών διαμερισμάτων είναι αιρετές, και προκύπτουν μέσα από ενιαία εκλογική διαδικασία, με αναμέτρηση παρατάξεων οι οποίες εκπροσωπούνται και στην περιφέρεια και στα νομαρχιακά διαμερίσματα.
Ο αριθμός και ο τρόπος εκλογής του Περιφερειάρχη, του νομάρχη(αιρετό στέλεχος του Περ.Συμβουλίου, ορισμένου με απόφαση του Περιφερειάρχη και για ορισμένη θητεία) και των μελών του Περιφερειακού και Νομαρχιακού Συμβουλίου προσδιορίζεται από νέο εκλογικό νόμο, με τον οποίο θα επιδιώκεται και η αναλογικότερη εκπροσώπηση των πολιτικών δυνάμεων της κοινωνίας.
Ο αριθμός των μελών (στα δύο Συμβούλια) ορίζεται με βάση τα πληθυσμιακά κριτήρια με ελάχιστο όριο τα 41 μέλη στην Περιφέρεια και ρύθμιση για την απαραίτητη εκπροσώπηση των νομαρχιακών διαμερισμάτων, και ελάχιστο όριο τα 21 μέλη στους Νομούς (νομοδιαμερίσματα).
Η αιρετή διοίκηση της Περιφέρειας δεν εξαντλείται στη μονοπρόσωπη έκφραση της (περιφερειάρχης), αλλά συγκροτείται και λειτουργεί συλλογικά με τη μορφή ενός είδους «περιφερειακής κυβέρνησης» με κεντρικό συντελεστή τον περιφερειάρχη. Μεταξύ του Περιφερειακού και Νομαρχιακού επιπέδου υφίσταται ιεραρχική πολιτική σχέση ανώτερου/κατώτερου επιπέδου.
Η Περιφερειακή διοίκηση και η οργάνωση της και η Δημοτική διοίκηση και η οργάνωση της αποτελούν ανεξάρτητες δομές με προσδιορισμένες όμως από το Σύνταγμα και το νόμο τις σχέσεις μεταξύ τους, καθώς και το φάσμα των εξουσιών και αρμοδιοτήτων τους.
Οι ρυθμίσεις για τις σχέσεις των νέων θεσμών με την κοινωνική βάση και στο εσωτερικό τους είναι ανάλογες εκείνων που αναφέρθηκαν παραπάνω, στο τμήμα για την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση.
3. Κατάργησης της μονιμότητας ή κοινωνική αξιολόγηση και κυκλική εναλλαγή.
Σταθερό και διαρκές κριτήριό μας για νέες πρωτοβουλίες αλλά και τον έλεγχο των πραγματοποιηθέντων επιλογών μας πρέπει να είναι η αξιόπιστη και θετική σχέση της διοίκησης με τον πολίτη.
Για τη διαμόρφωση μιας τέτοιας θετικής σχέσης που θα αντικαταστήσει την σημερινή της καταδυνάστευσης και απαξίωσης απαιτείται η παρέμβαση των ίδιων των πολιτών για την αλλαγή αυταρχικών νοοτροπιών και εκβιαστικών πρακτικών της διοίκησης. Η τομή εδώ αφορά την αξιολόγηση, τον έλεγχο και τις προτάσεις που θα προέρχονται από την «εξυπηρετούμενη» κοινωνία. Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση των στελεχών και των υπαλλήλων, καθώς και των υπηρεσιακών μονάδων, δεν θα γίνεται μόνο από την διοικητική ιεραρχία (για την οποία έχουμε ήδη σημειώσει ότι θα εφαρμόζεται η «κυκλική εναλλαγή»), αλλά και την κοινωνική βάση. Δηλαδή, από τους πολίτες που εξυπηρετούνται απ’ αυτές τις υπηρεσιακές μονάδες. Η συσχέτιση των δύο αυτών αξιολογήσεων (διοικητικής ιεραρχίας και λαϊκής βάσης) θα δίδει το τελικό αποτέλεσμα για τις προαγωγές στελεχών, τις αναγκαίες θεσμικές και τεχνικές βελτιώσεις, τα προγράμματα επιμόρφωσης. Ενώ, θα αποτελεί και υλικό καθοριστικής συμβολής για νέες διοικητικές αλλαγές και πολιτικές πρωτοβουλίες. Η κοινωνική βάση σ’ αυτή τη θεσμοθετημένη διαδικασία αξιολόγησης θα εκφράζεται μέσω των δικών της οργανώσεων που έχουν σχέση με την αξιολογούμενη υπηρεσιακή μονάδα. Το δικαίωμα αυτό θα έχουν βέβαια, σταθμισμένα, ατομικά και οι πολίτες. Μια τέτοια αξιολόγηση («διπλής τροχιάς») θα επαναλαμβάνεται θεσμοθετημένα σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. ανά δύο έτη). Όλες οι προσλήψεις στη Δημόσια Διοίκηση πρέπει να γίνονται με αδιάβλητο, διαφανή και αξιοκρατικό τρόπο. Και η μονιμότητα πρέπει να μετατραπεί από συνώνυμο της «δια βίου τακτοποίησης» και της ελάχιστης απόδοσης, σε συνώνυμο της παραγωγικότητας, της εμπειρίας, της εξυπηρέτησης και της ποιότητας.
Επ’ αυτών πρέπει να αξιοποιηθούν σύγχρονες μέθοδοι και νόρμες παραγωγικότητας.
4. Οικονομικοί πόροι. Διαφάνεια διαχείρισης.
Το 65%, τουλάχιστο, των πόρων του κράτους και των ευρωπαϊκών πόρων πρέπει να κατευθυνθεί προς την περιφερειακή διοίκηση και την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση.
Η ευθύνη στους νέους αποκεντρωμένους θεσμούς, και ιδιαίτερα στις ηγεσίες τους, θα είναι τεράστια και πολύπλευρη. Το στοίχημα για το νέο άλμα της Πατρίδας θα παιχθεί κυρίως εδώ. Από τα αποτελέσματα της συστηματικής προσπάθειας αυτών των θεσμών σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, σε κάθε τομέα δράσης, θα κριθεί το άλμα ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αλλά και το άλμα συνοχής, δικαιοσύνης και ευημερίας της ελληνικής κοινωνίας.
Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοια τεράστια μεταφορά πόρων και ευθύνης πρέπει να συνοδευτεί από τους αναγκαίους μηχανισμούς τήρησης και ελέγχου της διαφανούς και αποτελεσματικής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών. Μηχανισμούς εξωτερικούς, δηλαδή κοινωνικούς, αλλά και εσωτερικούς, δηλαδή ελεγκτικούς σε σταθερή βάση και, βεβαίως, κατασταλτικούς σε ειδικές ακραίες περιπτώσεις.
------------------------------------------------------------------------------------------------
(*).Η πρότασή του αυτή παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο 2006 και διατηρεί μέχρι σήμερα –και στα πλαίσια της σχετικής συζήτησης, που άνοιξε μετά την σχετική πρόταση της κυβέρνησης- πλήρως τον επίκαιρο χαρακτήρα της.
Ετικέτες
Απόψεις - Ελ. Τζιόλας
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)