11.1.10

Τέσσερεις (4) προτάσεις για την Αυτοδιοίκηση και την Περιφ.Διοίκηση (''Καλλικράτης'' - ''Καποδίστρια ΙΙ ").

Τέσσερεις (4) προτάσεις: για ένα νέο ουσιαστικό κύμα Αποκέντρωσης.

1. Μητροπολιτικοί Δήμοι.

Οι συζητήσεις για ένα νέο σχέδιο αναδιοργάνωσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης («Καποδίστριας ΙΙ») αναφέρονται και πάλι, ως επί το πλείστον, στους περίπου χίλιους (1000) νέους δήμους που προήλθαν από τον «Καποδίστρια Ι»στην περιφέρεια της χώρας, εκτός των δύο – μάλλον τριών – μεγάλων πολεοδομικών συγκροτημάτων Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης. Ενώ το πραγματικό πρόβλημα οργανωτικής – χωροταξικής αναδιοργάνωσης και αποτελεσματικής διοίκησης αφορά κυρίως αυτές τις περιοχές. Εξάλλου, ο «Καποδίστριας Ι» δεν αντιμετώπισε αυτή τη σοβαρή εκκρεμότητα, εξαιτίας πιέσεων από συσχετισμούς παραγόντων και λόγω ταλαντεύσεων εκλογικίστικων σκοπιμοτήτων στις περιφέρειες Αθηνών και Πειραιώς. Καταστάσεις, οι οποίες, τώρα, πρέπει – και μπορούν – να ξεπερασθούν.
Συνεκτιμώντας τις υφιστάμενες τάσεις πληθυσμιακής συγκέντρωσης και συσσώρευσης δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, καθώς και τις σύγχρονες δυνατότητες επικοινωνίας και δικτύωσης, το σχέδιο αναδιοργάνωσης (στην ουσία ανασυγκρότησης) των μητροπολιτικών περιοχών πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο την Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, αλλά και σημαντικά άλλα αστικά κέντρα, όπως την Πάτρα, το Ηράκλειο, τη Λάρισσα, την Καβάλα, το Βόλο κλπ.
Το νέο σχέδιο, λοιπόν, για χωροταξική – διοικητική αναδιοργάνωση πρέπει να εφαρμοσθεί – για τα μεγέθη της κλίμακας της Ελλάδας – σ’ όλα τα πολεοδομικά συγκροτήματα με πυκνότητα πληθυσμού άνω των 400.000 κατοίκων.
Η πρότασή μας κινείται στους παρακάτω απλούς και σαφείς άξονες:
1ος : Τα πολεοδομικά συγκροτήματα, ως κοινωνικές και χωροταξικές ενότητες, όχι μόνο στην υφιστάμενη κατάστασή τους αλλά και στην χρονικά και προγραμματικά προβλεπόμενη, αποτελούν τους νέους δήμους, τους μητροπολιτικούς δήμους.
2ος : Οι εσωτερικές – εντός των νέων (μητροπολιτικών) δήμων – ενότητες (ανθρωπογεωγραφικά, χωροθετικά, ιστορικά και οικονομικοκοινωνικά) αποτελούν τα Δημοτικά Διαμερίσματα. Τα όρια των δημοτικών διαμερισμάτων δεν μπορεί να είναι τα όρια των επί μέρους προϋφιστάμενων δήμων, αλλά ευρύτερης έκτασης, ώστε να δημιουργείται ένα σοβαρό χωρικό μέγεθος για την εφαρμογή δράσεων και την ουσιαστική άσκηση πολιτικών.
3ος : Ο Δήμος και τα Διαμερίσματα διοικούνται από αιρετούς άρχοντες (Δήμαρχο, Πρόεδρο Διαμερίσματος) και ισχυρά αιρετά Συμβούλια. Ο αριθμός των μελών των Συμβουλίων Δημοτικών και Διαμερισματικών ορίζεται με βάση πληθυσμιακά κριτήρια, με ελάχιστο όριο τα 41 μέλη στους δήμους και τα 21 μέλη στα διαμερίσματα. Ως διοικούσα παράταξη αναδεικνύεται εκείνη που θα επιτύχει το 50% +1 της εκλογικής δύναμης. Γεγονός που σημαίνει και ακύρωση του νόμου της «Ν.Δ» με το μειοψηφικό 42%. Ειδική μέριμνα θα υπάρξει στη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των βαθμίδων των αιρετών εξουσιών, με μετακίνηση του κέντρου βάρους προς τη βάση και προς τα αντιπροσωπευτικότερα σώματα. Προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί και ένα αναλογικότερο σύστημα αντιπροσώπευσης (γεγονός που επιβάλει την αλλαγή εκλογικού νόμου).
4ος : Οικοδόμηση νέων σχέσεων σε δύο επίπεδα: αποκεντρωμένων θεσμών – λαϊκής βάσης, στο εσωτερικό των ίδιων των θεσμών. Αναγκαίες είναι δύο αντίστοιχες ριζοσπαστικές δέσμες μέτρων: πρώτη· καθιέρωση συμμετοχικών διαδικασιών της κοινωνικής βάσης με αποτελεσματικό χαρακτήρα, δεύτερη· η εφαρμογή μέτρων αντιμετώπισης της διαφθοράς, εφαρμογής της διαφάνειας και διάκρισης ρόλων στα πλαίσια των νέων θεσμών.
Στην πρώτη κατηγορία αναφέρονται:
• η ανοιχτή, ετήσια λογοδοσία όλων των αιρετών οργάνων διοίκησης και η ψήφιση του απολογισμού τους, με δικαίωμα μομφής στο σύνολο ή σ’ επιμέρους παράγοντες άσκησης εξουσίας (και την συνεπαγόμενη ολική ή μερική εκλογή μετά την καθαίρεση λόγω μομφής).
• τα αποφασιστικά δημοψηφίσματα, τα αιρετά λαϊκά μέλη σε Οργανισμούς και Μόνιμες Επιτροπές, η παρεμβατική κοινωνική διαβούλευση δεσμευτικού χαρακτήρα.
• η αυτόνομη οργάνωση των πολιτών σε συλλόγους και σωματεία με αντικείμενο την ποιότητα ζωής, τις υποδομές, την κοινωνική προστασία, το περιβάλλον, τον πολιτισμό.

Στη δεύτερη κατηγορία αναφέρονται:
• η κυκλική εναλλαγή διευθυντικών στελεχών, ανά τακτές χρονικές περιόδους, μεταξύ των υπηρεσιακών μονάδων εντός της Αυτοδιοίκησης.
• ο αποκλεισμός εκλογής σε αιρετά όργανα της αυτοδιοίκησης διευθυντικών στελεχών που ασκούν διοικητικά καθήκοντα στο θεσμό.
• η επέκταση του «πόθεν έσχες», η έμφαση στην εξακρίβωση του «πόθεν», και η ενσωμάτωση του στην ετήσια λογοδοσία.

Μια τέτοια μεγάλη θεσμική αλλαγή στην οργάνωση της διοίκησης και στην αντιμετώπιση των τοπικών, κοινωνικών υποθέσεων διαμορφώνει ριζικά νέα πολιτικά και αναπτυξιακά δεδομένα. Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοιας έκτασης και μεγέθους μεταρρύθμιση θα αποτελέσει την ατμομηχανή για την εφαρμογή αντίστοιχων αλλαγών ανασυγκρότησης – συσσωμάτωσης και στους άλλους, περιφερειακούς δήμους της χώρας, ελαττώνοντας τον αριθμό των δήμων στην περιφέρεια της χώρας από τους σημερινούς 1035 σε μικρότερο αριθμό (380 – 430). Έτσι συγκροτείται το τμήμα της διοικητικής μεταρρύθμισης που αφορά την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση ενός νέου σχεδίου. Στην τρέχουσα συζήτηση μια τέτοια απόπειρα συνηθίζεται να αποκαλείται «Καποδίστριας ΙΙ», αλλά προσλαμβάνει, μέχρι τώρα, ένα τεχνικό – διαχειριστικό περιεχόμενο.

2. Η αιρετή Περιφερειακή Διοίκηση.

Στη χώρα πρέπει να επανακαθορισθούν οι Περιφέρειές της. Ο νέος αριθμός Περιφερειών, με βάση ανθρωπογεωγραφικά, αναπτυξιακά και ιστορικά κριτήρια, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκατρείς (13). Στα πλαίσια των Περιφερειών καθορίζονται τα Νομαρχιακά Διαμερίσματα. Οδηγό για τον χωρικό καθορισμό των νομαρχιακών διαμερισμάτων αποτελεί η υφιστάμενη διαίρεση της χώρας σε νομούς. Οι διοικήσεις των περιφερειών και των νομαρχιακών διαμερισμάτων είναι αιρετές, και προκύπτουν μέσα από ενιαία εκλογική διαδικασία, με αναμέτρηση παρατάξεων οι οποίες εκπροσωπούνται και στην περιφέρεια και στα νομαρχιακά διαμερίσματα.
Ο αριθμός και ο τρόπος εκλογής του Περιφερειάρχη, του νομάρχη(αιρετό στέλεχος του Περ.Συμβουλίου, ορισμένου με απόφαση του Περιφερειάρχη και για ορισμένη θητεία) και των μελών του Περιφερειακού και Νομαρχιακού Συμβουλίου προσδιορίζεται από νέο εκλογικό νόμο, με τον οποίο θα επιδιώκεται και η αναλογικότερη εκπροσώπηση των πολιτικών δυνάμεων της κοινωνίας.
Ο αριθμός των μελών (στα δύο Συμβούλια) ορίζεται με βάση τα πληθυσμιακά κριτήρια με ελάχιστο όριο τα 41 μέλη στην Περιφέρεια και ρύθμιση για την απαραίτητη εκπροσώπηση των νομαρχιακών διαμερισμάτων, και ελάχιστο όριο τα 21 μέλη στους Νομούς (νομοδιαμερίσματα).
Η αιρετή διοίκηση της Περιφέρειας δεν εξαντλείται στη μονοπρόσωπη έκφραση της (περιφερειάρχης), αλλά συγκροτείται και λειτουργεί συλλογικά με τη μορφή ενός είδους «περιφερειακής κυβέρνησης» με κεντρικό συντελεστή τον περιφερειάρχη. Μεταξύ του Περιφερειακού και Νομαρχιακού επιπέδου υφίσταται ιεραρχική πολιτική σχέση ανώτερου/κατώτερου επιπέδου.
Η Περιφερειακή διοίκηση και η οργάνωση της και η Δημοτική διοίκηση και η οργάνωση της αποτελούν ανεξάρτητες δομές με προσδιορισμένες όμως από το Σύνταγμα και το νόμο τις σχέσεις μεταξύ τους, καθώς και το φάσμα των εξουσιών και αρμοδιοτήτων τους.
Οι ρυθμίσεις για τις σχέσεις των νέων θεσμών με την κοινωνική βάση και στο εσωτερικό τους είναι ανάλογες εκείνων που αναφέρθηκαν παραπάνω, στο τμήμα για την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση.

3. Κατάργησης της μονιμότητας ή κοινωνική αξιολόγηση και κυκλική εναλλαγή.

Σταθερό και διαρκές κριτήριό μας για νέες πρωτοβουλίες αλλά και τον έλεγχο των πραγματοποιηθέντων επιλογών μας πρέπει να είναι η αξιόπιστη και θετική σχέση της διοίκησης με τον πολίτη.
Για τη διαμόρφωση μιας τέτοιας θετικής σχέσης που θα αντικαταστήσει την σημερινή της καταδυνάστευσης και απαξίωσης απαιτείται η παρέμβαση των ίδιων των πολιτών για την αλλαγή αυταρχικών νοοτροπιών και εκβιαστικών πρακτικών της διοίκησης. Η τομή εδώ αφορά την αξιολόγηση, τον έλεγχο και τις προτάσεις που θα προέρχονται από την «εξυπηρετούμενη» κοινωνία. Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση των στελεχών και των υπαλλήλων, καθώς και των υπηρεσιακών μονάδων, δεν θα γίνεται μόνο από την διοικητική ιεραρχία (για την οποία έχουμε ήδη σημειώσει ότι θα εφαρμόζεται η «κυκλική εναλλαγή»), αλλά και την κοινωνική βάση. Δηλαδή, από τους πολίτες που εξυπηρετούνται απ’ αυτές τις υπηρεσιακές μονάδες. Η συσχέτιση των δύο αυτών αξιολογήσεων (διοικητικής ιεραρχίας και λαϊκής βάσης) θα δίδει το τελικό αποτέλεσμα για τις προαγωγές στελεχών, τις αναγκαίες θεσμικές και τεχνικές βελτιώσεις, τα προγράμματα επιμόρφωσης. Ενώ, θα αποτελεί και υλικό καθοριστικής συμβολής για νέες διοικητικές αλλαγές και πολιτικές πρωτοβουλίες. Η κοινωνική βάση σ’ αυτή τη θεσμοθετημένη διαδικασία αξιολόγησης θα εκφράζεται μέσω των δικών της οργανώσεων που έχουν σχέση με την αξιολογούμενη υπηρεσιακή μονάδα. Το δικαίωμα αυτό θα έχουν βέβαια, σταθμισμένα, ατομικά και οι πολίτες. Μια τέτοια αξιολόγηση («διπλής τροχιάς») θα επαναλαμβάνεται θεσμοθετημένα σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. ανά δύο έτη). Όλες οι προσλήψεις στη Δημόσια Διοίκηση πρέπει να γίνονται με αδιάβλητο, διαφανή και αξιοκρατικό τρόπο. Και η μονιμότητα πρέπει να μετατραπεί από συνώνυμο της «δια βίου τακτοποίησης» και της ελάχιστης απόδοσης, σε συνώνυμο της παραγωγικότητας, της εμπειρίας, της εξυπηρέτησης και της ποιότητας.
Επ’ αυτών πρέπει να αξιοποιηθούν σύγχρονες μέθοδοι και νόρμες παραγωγικότητας.

4. Οικονομικοί πόροι. Διαφάνεια διαχείρισης.

Το 65%, τουλάχιστο, των πόρων του κράτους και των ευρωπαϊκών πόρων πρέπει να κατευθυνθεί προς την περιφερειακή διοίκηση και την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση.
Η ευθύνη στους νέους αποκεντρωμένους θεσμούς, και ιδιαίτερα στις ηγεσίες τους, θα είναι τεράστια και πολύπλευρη. Το στοίχημα για το νέο άλμα της Πατρίδας θα παιχθεί κυρίως εδώ. Από τα αποτελέσματα της συστηματικής προσπάθειας αυτών των θεσμών σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, σε κάθε τομέα δράσης, θα κριθεί το άλμα ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αλλά και το άλμα συνοχής, δικαιοσύνης και ευημερίας της ελληνικής κοινωνίας.
Είναι αυτονόητο ότι μια τέτοια τεράστια μεταφορά πόρων και ευθύνης πρέπει να συνοδευτεί από τους αναγκαίους μηχανισμούς τήρησης και ελέγχου της διαφανούς και αποτελεσματικής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών. Μηχανισμούς εξωτερικούς, δηλαδή κοινωνικούς, αλλά και εσωτερικούς, δηλαδή ελεγκτικούς σε σταθερή βάση και, βεβαίως, κατασταλτικούς σε ειδικές ακραίες περιπτώσεις.
------------------------------------------------------------------------------------------------
(*).Η πρότασή του αυτή παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο 2006 και διατηρεί μέχρι σήμερα –και στα πλαίσια της σχετικής συζήτησης, που άνοιξε μετά την σχετική πρόταση της κυβέρνησης- πλήρως τον επίκαιρο χαρακτήρα της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου