Η
κεντροαριστερά σε νέα φάση : μπορεί να κερδηθεί το στοίχημα ;
..........................................................................................................
του Ελευθερίου Τζιόλα
Συνέχεια
με οριακές βελτιώσεις ή ποιοτικό Άλμα ;
Σύμφωνα με την επίσημη άποψη το σχέδιο για την (ανα)συγκρότηση του
χώρου της Κεντροαριστεράς, μετά την εκλογή Πρόεδρου του, εισέρχεται στη δεύτερη φάση του, που θα ολοκληρωθεί με το
ιδρυτικό συνέδριο του, προσδιορισμένο για τον Μάρτιο 2018.
Στις μέχρι τώρα αναλύσεις
υπερτονίσθηκαν ορισμένα σημεία αυτής της πρώτης φάσης, ενώ έμειναν εκτός
προσέγγισης και ιδιαίτερων αναλύσεων άλλα,
εξίσου σημαντικά, ίσως και σημαντικότερα.
Η συμμετοχή, για την οποία η
έκδοση αυτή (''e-Δίαυλος'')
έδωσε τον ιδιαίτερο δική της αγώνα και στις δύο Κυριακές, για την μεγαλύτερη
δυνατή συμμετοχή. Δίνοντας, μάλιστα σ΄ αυτήν (τη συμμετοχή) συγκεκριμένο
περιεχόμενο, εννοώντας και αναθέτοντας ,
μόνο , σ΄ αυτήν την εγγύηση της ενότητας, αλλά και του πραγματικού περιεχομένου
του συνολικού, νέου εγχειρήματος. Και με την αφίσα μας, για συνέχιση και
κινητοποίηση και τη β΄ Κυριακή είχαμε επιμείνει, αναγράφοντας : '' Αυτή η
υπόθεση είναι δική σου. Μην την εγκαταλείπεις σε χειρισμούς ''κορυφών''. Μην
παραιτηθείς και μην την παραδώσεις. Μετά την
εκλογή μην αποσυρθείς. Όταν αποσύρθηκες , έχασες''.
'Ενα
σχήμα διαχειρίσιμο από αντίστοιχες ηγεσίες ή Κίνημα με δική του Ηγεσία.
Σε διαφοροποίηση με αμυντικές,
έως και ηττοπαθείς λογικές, που δεν μπορούσαν να δουν και θεωρούσαν αρνητική
οποιαδήποτε αναφορά για συμμετοχή μεγαλύτερη των 80.000 πολιτών την α΄ Κυριακή,
είχαμε μιλήσει και για την υπαρκτή μέσα στην κοινωνία δυνατότητα, αλλά και για
την αναγκαιότητα μεγάλης συμμετοχής,
ώστε το εγχείρημα να βεβαιώνει για τις κοινωνικές του ρίζες και να διαθέτει τις
πρωταρχικές, ιδρυτικές, δυναμικές
προϋποθέσεις. Αναφέραμε, μάλιστα, ότι μία συμμετοχή της τάξεως των
350.000 πολιτών (μόλις 50.000 πίσω από τις αντίστοιχες εκλογές της ''Ν.Δ.'') θα
άλλαζε το πολιτικό σκηνικό, θα έδειχνε μια κατάσταση δυναμική στη βάση. Θα
έδειχνε ότι με όρους πραγματικούς, με βεβαιότητες κοινωνικής βάσης, -κι όχι
λεκτικές ακροβασίες -, υπάρχουν τρείς ''ισοδύναμοι πολιτικοί χώροι'', θα μετακινούσε δραστικά το κέντρου βάρους της
υπόθεσης του προοδευτικού πόλου στον υπό συγκρότηση χώρο της Κεντροαριστεράς,
δημιουργώντας νέες εξουθενωτικές
συνθήκες πίεσης στο ΣΥΡΙΖΑ, που θα είχαν μέσα τους το ρεαλιστικό ενδεχόμενο να
σφραγισθούν με καθοριστικό αποτέλεσμα στις επόμενες εκλογές.
Οι 212.000 πολίτες της α΄
Κυριακής, και η επιμονή τους με υψηλή συμμετοχή και της β΄, έδειξαν ότι αυτός ο
κοινωνικός και πολιτικός χώρος υπάρχει, αναζητά την δική του καταγραφή στις
εξελίξεις, υποστηρίζει το εγχείρημα, παρά τις όποιες ασάφειες του, και προσδοκά
μια πορεία ανάτασης, μετασχηματισμού και
αλλαγών.
Εκείνοι, και όσοι των
επιτελείων και των ''κλειστών κύκλων'',
είχαν ταυτισθεί με την ιδέα και είχαν γίνει φορείς της αντίληψης μιας μικρής,
έως μεσαίας, πολιτικής δύναμης "κεντρώας'' στον αμφίπλευρα συμπιεζόμενο χώρο του κέντρου, δεν
μπορούν να εννοήσουν την πραγματικότητα, το βάθος, το κλίμα και τις ζωτικές
επιθυμίες αυτού του χώρου, ο οποίος, και στα μεγέθη του και στις ανάγκες του,
τους ξεπερνά. Με άλλα λόγια, όσοι είναι φορείς απόψεων μιας «κεντρώας»,
«ρυθμιστικής» δύναμης, με τον «ρεαλισμό του 8% -11%», -αυτοί οι ίδιοι, δηλαδή,
που δεν μπορούσαν να συλλάβουν συμμετοχή μεγαλύτερη των 80 - 100.000 πολιτών,
χαρακτηρίζοντας, μάλιστα, αρνητική κάθε τέτοια αναφορά και φιλοδοξία-, δεν μπορούν να συγχρωτισθούν, να
εννοήσουν, να μπουν σε ρόλο εκφραστή, εμπνευστή των 212.000. Πολύ περισσότερο
δεν μπορούν να αναλάβουν ρόλο εκπροσώπησης μιας νέας πλειοψηφίας, ενός νέου
κοινωνικού -πολιτικού συνασπισμού ανόρθωσης, ανάπτυξης και αλλαγών.
Το στοιχείο αυτό είναι καίριας
σημασίας και για το πολυσυζητημένο "ζήτημα ηγεσίας" και το έλλειμμα
της. Δεν μπορούν να έχουν καμία σχέση με την ηγεσία ενός χώρου, και τη
διεκδίκηση της θέσης της ηγεσίας του, εκείνοι που αντιλαμβάνονται τον χώρο, τον οποίο καλούνται
να εκφράσουν και να εκπροσωπήσουν μικρότερο από αυτό που ο ίδιος ο χώρος είναι,
από αυτό που επιθυμεί να διαδραματίσει, από αυτό που θα ήθελε να γίνει στην Ιστορία.
Η ''έκπληξη'' της συμμετοχής
της α΄ Κυριακής, και οι θριαμβολογίες, αμέσως μετά, από την "υψηλή
δημοσκοπική" επίδοση του 8,5%, που με τον τρόπο της αναγωγής στο σύνολο
του εκλογικού σώματος (τρόπο, ελεγχόμενο
ως προς την αξιοπιστία του), έδωσε το δημοσκοπικό 12%, επιβεβαιώνουν την ίδια επικρατούσα,
πλην, όμως, μοιραία και καθηλωτική για
το χώρο αντίληψη. Την αντίληψη της ικανοποίησης, από μια μάλλον απίστευτη
επιτυχία, μιας κρατούσας άποψης για την
επιβεβαίωση μιας θέσης μιας πολιτικής δύναμης που έχει προσαρμοσθεί
στον ρόλο του τρίτου, του ενδιάμεσου, του μεσαίου, που όταν μάλιστα τον κατέχει
και τον ασκεί, το θεωρεί κατάκτηση. Όλο αυτό περιγράφει μια νέα κατάσταση
υποκειμενικά, πολιτικά, οργανωτικά, στρατηγικά για τον αποκαλούμενο χώρο της
Κεντροαριστεράς. Καμία δεν έχει σχέση με την αναγκαιότητα ύπαρξης εναλλακτικού,
προοδευτικού, πλειοψηφικού πόλου. Και, καμία δεν έχει σχέση με τις απαιτήσεις
ενός αντίστοιχου Σχεδίου για την
ανασύνθεση, τη συγκρότηση αυτού του πόλου και τον πρωταγωνιστικό του ρόλο.
Προσφέρει, όμως, μέσα στον ''ρεαλισμό'' της προσαρμογής και των συμβιβασμών του
''ενδιάμεσου'', τη θέση του άλλου πόλου στο ΣΥΡΙΖΑ, με τα τρέχοντα ποσοστά του
οποίου θα έπρεπε δημοσκοπικά να
συγκρίνονται οι όποιες επιδόσεις του ''χώρου της κεντροαριστεράς'', κι όχι με
τα ποσοστά της ήττας και της διάλυσης της τελευταίας αποφράδας πενταετίας.
212.000
! Πως θα δικαιωθούν ;
Ακολουθώντας το δρόμο που
έχουμε χρόνια χαράξει και υπηρετήσει, του να είμαστε χρήσιμοι και παραγωγικοί
για το προοδευτικό κίνημα και την ανάπτυξη του, πρέπει να δούμε και να
συζητήσουμε ορισμένα θέματα που η
κατανόησή τους και η επίλυσή τους θα συνιστούσαν βήματα προόδου.
Αναντικατάστατο στήριγμα μας
είναι το σημαντικό, εξαιρετικά ενθαρρυντικό υψηλό ποσοστό συμμετοχής των
δημοκρατικών συμπολιτών μας. Aξιόλογο
στοιχείο για δημιουργική πορεία αποτελεί και η, μετά από μακρά περίοδο, σοβαρή
πολιτική συνεισφορά και ταυτόχρονα η οργανωμένη προσφορά εκατοντάδων στελεχών
από πολλές και ιδιαίτερες θέσεις είτε στην πραγματοποίηση των ίδιων των
εκλογών, είτε στην διακίνηση απόψεων σε
δημόσιο διάλογο, καθώς και την σοβαρά επιχειρηματολογημένη υποστήριξη
υποψηφιοτήτων, πέρα από ορισμένες
καταδικαστέες απολίτικες πολώσεις.
Θέμα πρώτιστης σημασίας, που θα
καθορίσει τη χρονική διάρκεια, το βάθος και το δυναμισμό αυτής της προσπάθειας
και του νέου Φορέα είναι το γεγονός ότι στη μεγάλη συμμετοχή των 212.000
συμπολιτών μας, το 65% ήταν ηλικίας μεγαλύτερης των 65 ετών και η νεολαία μέχρι
25 ετών συμμετέχει με ποσοστό κάτω από 5% ! Υπάρχει εδώ μια κρίσιμη ανισορροπία
των αναλογιών του εκλογικού σώματος : το 1/3 του εκλογικού σώματος (= ηλικίες
άνω των 65) αντικρίζεται στο 2πλάσιο κοινωνικό δυναμικό της α' Κυριακής (=65%
των ψηφισάντων). Αυτή η ανισορροπία, αυτή η
γερασμένη σύνθεση, αν δεν ανατραπεί δραστικά υπέρ των δυναμικών ηλικιών
(25 -45 ετών) και της νεολαίας, καθιστά το όλο εγχείρημα ευάλωτο στο χρόνο, και
σε βάθος δεκαετίας μαθηματικά θνησιγενές. Καθώς οι μεγαλύτερες ηλικίες
αποχωρώντας από το στίβο της ζωής θα παίρνουν μαζί τους κι ένα μέρος αυτού του
πολιτικού χώρου, απομειώνοντάς -τον, ακολουθώντας κυριολεκτικά έναν αργόσυρτο,
αλλά βέβαιο ρυθμό προς το μοιραίο.
Το στοιχείο αυτό (ηλικιών
μεγαλύτερης των 65 ετών) έχει και σημαντικές άλλες παραμέτρους. Ένας Φορέας με
περιεχόμενο πολιτικών αναπτυξιακό, καινοτόμο, προοδευτικό, με δυναμικούς
στόχους μέλλοντος και αλλαγών, δεν
μπορεί να είναι Φορέας συνταξιούχων.
Χωρίς τον παραγωγικό κορμό της χώρας παρόντα και ενεργό στους αρμούς, στην
επεξεργασία των πολιτικών, στη σύνθεση του πολιτικού Φορέα, στις κινητοποιήσεις
του, το εγχείρημα δεν μπορεί να έχει στερεότητα, ορμή και μέλλον.
Αυτόν ακριβώς το ζωτικό στόχο
υπηρετούσε η στοχευμένη αναφορά μας στο άρθρο του προηγούμενου ''e-Δίαυλου''. Τονίζαμε: "Η αφοσίωση στην υπόθεση (του
Κινήματος), ένα είδος ηρωϊκής προσήλωσης και παραδειγματισμού είναι πάντα στη
γένεση των Κινημάτων στοιχεία καταλυτικά, ευεργετικά. ΄Οπως επίσης, οι μεγάλες
αποφάσεις για πορείες συνάντησης, διάδρασης και ανάδειξης σε
κινητήριους-πρωταγωνιστικούς ρόλους ειδικών κοινωνικών κατηγοριών (π.χ.,
νεολαία), ή/και στρωμάτων (π.χ., επιστήμονες, επαγγελματίες καινοτομίας,
δυναμικές επιχειρηματικές κοινότητες), που εν συνεχεία θα πυροδοτήσουν το ρεύμα
και θα ενεργήσουν καταλυτικά στο ξετύλιγμα της δυναμικής και της σύνθεσης του
Κινήματος. Τέτοιες αποφάσεις, μ΄ αυτό το περιεχόμενο κι αυτές τις αλυσιδωτές
επιδράσεις αποτελούν τολμηρές συλλήψεις, αποφάσεις-κλειδιά, λειτουργώντας με
θεαματικά προωθητικό τρόπο, δημιουργώντας μια μεγάλη δυναμική, συντελώντας σ΄
ένα νέο σκηνικό.''
Τα
ελλείμματα κοινωνικά και πολιτικά, η υποψηφιότητα Ν. Ανδρουλάκη.
Πρέπει στο σημείο αυτό να πούμε
ότι η σχετικά χαμηλή επίδοση του Νίκου Ανδρουλάκη την α' Κυριακή, οφείλεται σε
σημαντικό βαθμό σ΄ αυτό το γεγονός. Χωρίς να έχει γίνει, όλη την προηγούμενη
περίοδο, - περίοδο μιας 20ετίας ! -, καμία μεγάλη, σχεδιασμένη, οργανωμένη προσπάθεια
μέσα στην ελληνική νεολαία, παντού και στο κάθε της μέτωπο, ο χώρος, οι πραγματικές δυνάμεις
βάσης, προς τις οποίες απευθυνόταν η
μόνη και η πιο ''νεανική'' υποψηφιότητα
(ο Ν. Ανδρουλάκης) δεν είχε σχέση με το νεανικό του προφίλ, αφού το 80% του
χώρου ήταν ηλικίες πολύ μεγαλύτερες (άνω των 55 ετών), με άλλες
προσλαμβάνουσες. Η απόλυτη ασυμβατότητα : ο υποψήφιος για τη ηγεσία του Φορέα, ηλικίας 38 ετών,
απευθύνεται και ζητά τη στήριξη από μια βάση που ηλικιακά και βιωματικά έχει
από τον ίδιο μια απόσταση από 17 έως 30 και 40 χρόνια !... Ο ίδιος δε ο
υποψήφιος απέναντι σ΄ ένα τέτοιο ακροατήριο, παραδόξως να επιμένει,
-σκληραίνοντας μια εσωτερική πόλωση, κατ΄ουσίαν, μεταξύ του ιδίου και ενός ακροατηρίου με άλλο
προφίλ και άλλες προτεραιότητες-, ότι
εκπροσωπεί τη γενιά του, στο όνομα της οποίας και για λογαριασμό της οποίας
διεκδικεί την ηγεσία. Μια γενιά, όμως, που δεν φροντίσανε, όλα τα προηγούμενα
χρόνια, να την συγκινήσουν, να την εκφράσουν, να την εντάξουν, και, τώρα, δεν
βρίσκονταν εδώ. Μιλώντας για γενιές, ας πούμε ότι : η νέα γενιά των 20ρηδων και
η γενιές των 30ρηδων και των 40ρηδων, ως δύναμη πλειοψηφούσα, δυναμική και
αναμορφωτική, ως δύναμη έμπνευσης, ώθησης και ελπίδας δεν υπήρχε στα
ακροατήρια, δεν υπήρχε στη βάση στήριξης. Οι καλοσυντηρημένοι ''μηχανισμοί'',
τα δάνεια από προηγούμενες εσωκομματικές αλληλοσυχετίσεις (σχέσεις υποστήριξης
Βενιζέλου) και οι ατομισμοί τακτοποιήσεων δεν μπορούσαν, - ποτέ δεν μπορούν - ,
να υποκαταστήσουν τον μεγάλο κοινωνικό απόντα, που τον είχαν αφήσει μακριά.
Αυτόν τον απόντα, τον χώρο από 18 - 50 ετών, ο νεανικός υποψήφιος με τον
απολογητικό του λόγο για τη τελευταία 5ετία και με την φτωχή και ατελή ατζέντα
του για το αύριο, τον έσπρωχνε μακρύτερα... Η ατζέντα του ήταν (και είναι) το
άλλο σημείο αδυναμίας. Αντί να είναι μια τολμηρή, ριζοσπαστική πρόταση που θα
συγκινούσε και θα συνέγειρε τα δυναμικά
κοινωνικά στρώματα, προτιμήθηκε μια ατζέντα εξισορρόπησης, τοποθετημένη σ΄αυτό
που καταγράφεται σαν δεξιά πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας.
Η β΄Κυριακή ήταν διαφορετική
μόνο γιατί η εκλογική βάση μίκρυνε σχετικά (156.000), έγινε πιο κομματική, πιο
κλειστή ΠΑΣΟκικά, και, παράλληλα,
εκδηλώθηκαν και ανακλαστικά περιορισμού μιας ηγετικής μονοκρατορίας της
Φ. Γενημματά. Όλα, πάντως, τα στοιχεία
που αναφέρθηκαν, υπάρχουν, ισχύουν και εξακολουθούν. Χρειάζεται να
προβληματίσουν τους πάντες. Δίνουν,
βέβαια, κι ένα μήνυμα και στον δεύτερο του β΄ γύρου, Ν. Ανδρουλάκη, ότι : αν ελπίζει πως σε κάθε περίπτωση
πιέζοντας και, ακόμα, λόγω μιας φυσιολογικής ροής θα είναι ο επόμενος, δεν
υπολογίζει σωστά, αφού κι απ΄ όσα αναφέρθηκαν, τα ελλείμματα είναι διαπιστωμένα.
Η απουσία δυναμικού, πλειοψηφικού ερείσματος της κοινωνίας έχει διττό
χαρακτήρα: από τη μια, αδυνατίζει
καθοριστικά το χώρο και τις προοπτικές του, κι από την άλλη, ακυρώνει τις ηγετικές επιδιώξεις νεώτερων
υποψηφίων που δεν διαθέτουν αυτό το έρεισμα και την ορμή του. Τα ελλείμματα
αυτά αποκτούν χαρακτηριστικά ασφυξίας, και για φιλόδοξους νέους ηγήτορες, αν
διευρυνθούν από πρόσθετη απουσία επεξεργασμένης ατζέντας πραγματικά
προοδευτικής αντίστοιχης των αναγκών και
των ελπίδων της εποχής. Ηγεσίες
τρέχουσες, υπαρκτές ή εν αναμονή, δεν μπορούν να έχουν μέλλον, χωρίς τη θετική
σύνδεση - υποστήριξη των δυναμικών και παραγωγικών τμημάτων της κοινωνίας, και
χωρίς ένα Σχέδιο ανόρθωσης, ανάπτυξης, και μετασχηματισμών, μέσα στο οποίο οι
δυνάμεις αυτές θα βλέπουν το δικό τους ελπιδοφόρο αύριο.
Η
κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ, η εκλογή στην προεδρία της Φ. Γενημματά, πραγματικές
προκλήσεις και λαθροχειρίες παρασκηνιακών.
Η κυρίαρχη θέση του ΠΑΣΟΚ στον
χώρο αυτό (της κεντροαριστεράς), ακόμα και στις σημερινές συνθήκες, παρά τις
καταστροφικές συνέπειες της 5ετίας, ήταν
γνωστή, και η επιβεβαίωση της δεν μπορούσε να θεωρηθεί απροσδόκητο γεγονός, ή ,
πολύ περισσότερο στημένο παιχνίδι
παγίδευσης (μεταξύ, μάλιστα,
νοημόνων και έμπειρων ανθρώπων). Και ήταν λογικό επακόλουθο, να επικρατήσει η
πρόεδρος του, Φ. Γεννηματά, ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν στο σώμα των εκλογέων
κυριαρχούσαν οι δυνάμεις της ιστορικής διαδρομής, κομματικής καταγωγής και συναισθηματικών
βιωμάτων που αναφέραμε. Η θέση αυτή του ΠΑΣΟΚ, ως δύναμης-κορμού, στα πλαίσια
ευσυνείδητης στάσης, ώριμης σκέψης και σταθμισμένης συμπεριφοράς από το επιτελικό, γεωγραφικά αρθρωμένο,
σημαντικό δυναμικό του, θα μπορούσε να κρατήσει σε θετική πορεία το εγχείρημα,
να του προσδώσει περιεχόμενο ουσίας, να το διευρύνει κοινωνικά, διαμορφώνοντας
ρεύμα πλειοψηφίας, επιτελώντας έτσι μια αποστολή κρίσιμη και απαραίτητη. Αυτό
είναι το πραγματικό στοίχημα για το ΠΑΣΟΚ, στην πρωτόγνωρη αυτή προσπάθεια. Τα
στελέχη του θα κριθούν, ως στελέχη , όχι του συναισθηματικού ''κομματικού
πατριωτισμού'', αλλά αυτής της αποστολής, που ιδρύει τη νέα πλειοψηφική ,
προοδευτική , σοσιαλιστική παράταξη, υπερβαίνοντας, ταυτόχρονα, μέσα στην
κίνηση της, γραφειοκρατικά μοντέλα,
αναχρονιστικά στερεότυπα και πελατειακές νοοτροπίες. Η πρό(σ)κληση για τα
ικανότερα απ΄ αυτά τα στελέχη είναι :
πώς μέσα στη νέα φόρμα, σε νέο σχήμα θα περασθούν, θα διαχυθούν, θα αναπτυχθούν
οι ιδέες και οι πολιτικές του σύγχρονου δημοκρατικού σοσιαλισμού, καθιστάμενες
κυρίαρχες και νικηφόρες. Η άποψη που
αυτάρεσκα εκφράσθηκε μετά από την επικράτηση, στον α΄γύρο, των προερχόμενων από
το ΠΑΣΟΚ υποψηφίων (Φ. Γεννηματά, Ν. Ανδρουλάκη), περί εκτεταμένης ισχύος και
''εφτάψυχου ΠΑΣΟΚ'', αντηχεί ηγεμονίστικα, αντιβαίνει τη συμφωνία για το νέο
μεγάλο ενοποιητικό, ανασυνθετικό εγχείρημα και δείχνει ότι υστερεί, ότι δεν
μπορεί να αντιστοιχηθεί σ΄ αυτά τα νέα καθήκοντα. Αναφερόμαστε στη συμφωνία, με
την έννοια ότι κανείς απ΄ όσους τώρα ανακαλύπτουν ένα ''παντοδύναμο ΠΑΣΟΚ'' δεν
είχε εκφράσει ούτε διαφωνία, ούτε ένσταση, ούτε άλλη πρόταση όταν βρισκόταν σε
εξέλιξη η διαμόρφωση της συμφωνίας για το συγκεκριμένο εγχείρημα. Το αντίθετο,
είτε άμεσα, είτε παρασκηνιακά, ενθάρρυναν τη διαδικασία του εγχειρήματος,
υπολογίζοντας ότι αποτελεί και δρόμο και για την επιβίωση και ανάκαμψη του. Όσοι είχαν
διατυπώσει ενστάσεις και κριτική, κυρίως για την ταυτότητα, το πολιτικό
περιεχόμενο και την αντιφατικότητα στην αλληλουχία των σταδίων του εγχειρήματος
(τονίζοντας ότι η σειρά έπρεπε να είναι αντίστροφη απ΄αυτήν που τώρα
ακολουθείται : εκλογή προέδρου, συνέδριο κεντροαριστεράς, συνέδριο ΠΑΣΟΚ,
μανιφέστο πολιτικής) δεν είχαν θέση στα
κεντρικά επιτελεία του ΠΑΣΟΚ και τα άλλα της Συμπαράταξης, που αποφάσισαν τον
τρόπο με τον οποίο πορεύονται τα πράγματα.
Αντιλαμβανόμαστε το παρασκήνιο
και τις σκοπιμότητες. Είχαμε γράψει κι ας το ξαναπούμε : '' Το δίλημμα για το
εγχείρημα της Κεντροαριστεράς, έως την καθαρή επίλυσή του, που θα επιβεβαιωθεί
στην πράξη, με απτά αποτελέσματα και ζωντανές, νέες συμπεριφορές, θα υπάρχει
και θα επανέρχεται : ήταν μια μεγάλη απόφαση για την αναγέννηση, τον μετασχηματισμό
και την ανόρθωση του ευρύτατου, πλειοψηφικού προοδευτικού χώρου, ή μια
αναγκαστική επιλογή αξιοπρεπούς επιβίωσης και βελτίωσης, έστω οριακής, των
εκλογικών ποσοστών, μπροστά στη στασιμότητα και τη μονιμότερη περιθωριοποίηση ;
'' Να συμπληρώσουμε ότι τακτοποιήσεις φιλοδοξιών, συμφωνίες προσωπικών θέσεων
και ρόλων, τώρα και για αργότερα,
επιβαρύνουν τα πράγματα και καταστρέφουν την ελπίδα. Θα τύχουν σκληρών
απαντήσεων, θα έχουν την ευθύνη για τη ρηγμάτωση και τον εσωτερικό τορπιλισμό και θα εισπράξουν βαρύ τίμημα (και εκλογικό),
ίσως και μοιραίο.
Η
ονομασία ''Κίνημα Αλλαγής'' (από Φ. Γενημματά - Στ. Θεοδωράκη).
Πέρα από την συμφωνία μας για
τον πετυχημένο (ή, μή) χαρακτήρα της ονομασίας για τον τίτλο του νέου Φορέα
(''Κίνημα Αλλαγής''), δεν μπορεί, στα
πλαίσια αυτά, να γίνει κατανοητό, ούτε ορθολογικά να δικαιολογηθεί, η απόφαση από
τους δύο (αποκλειστικά) : Φ. Γεννηματά
και Στ. Θεοδωράκη. Το σωστό θα ήταν : ενώπιον της βάσης, των εκλογέων, οι
οποίοι με τη συμμετοχή και την εγγραφή τους αποτελούσαν ιδρυτικά μέλη του νέου
Φορέα, να τεθούν οι προτάσεις ονομασίας του, όσες υπεύθυνα θα υποβάλλονταν, και να αποφασίσει η βάση με τον ίδιο τρόπο, πλειοψηφικά,
σε διαφορετική κάλπη για το όνομα του νέου Φορέα. Από τη στιγμή, που δεν συνέβη
αυτό, το οποίο θ΄ αποτελούσε μια
πράγματι κορυφαία στιγμή (αφού ο τίτλος ενός πολιτικού Φορέα είναι πάντα ένας
πολύ ισχυρός, ιστορικός και πολυσήμαντος συμβολισμός), ο μόνος πραγματικά
αντιπροσωπευτικός θεσμός, σε συνέπεια και
με την εξελισσόμενη ιδρυτική λογική για το νέο Φορέα, είναι το ιδρυτικό του
Συνέδριο και μόνο αυτό (όπου κάθε σχετική πρόταση θα αναπτυχθεί, δηλαδή, θα
αναδείξει τα επιθυμούμενα στοιχεία ταυτότητας και συμβολισμών, και θα ληφθεί η απόφαση). Η
άποψη ότι η ονομασία (''Κίνημα Αλλαγής'') έγινε για λόγους δημοσκοπικούς, ώστε
να καταγράφονται τα ποσοστά του ενιαίου Φορέας στις δημοσκοπήσεις, είναι
τουλάχιστο πρόχειρη και επιδιώκει άστοχα
να συγκαλύψει και να γεφυρώσει άλλες
σκοπιμότητες (συνιδρυτών, συμπρωταγωνιστών προέδρων των δύο κοινοβουλευτικών
ομάδων). Αν, πάντως, κατ΄ ελάχιστο εννοείται, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε την
καταθλιπτική πρωτοκαθεδρία, - προκαλούσα θλίψη -, των δημοσκοπήσεων επί της ουσίας και της δράσης
της πολιτικής και των πολιτικών κομμάτων. Όπως και της ρηχότητας της άποψης,
ότι τα κόμματα μπορούν να αναγνωρίζονται και να πετυχαίνουν υψηλά δημοσκοπικά
ποσοστά μόνο με την εξ οφίτσιο ονομασία τους, κι όχι με τις πολιτικές τους,
τους αγώνες τους, τις διαρκείς και
ζωντανές σχέσεις τους με την κοινωνία
και τις δυνάμεις της.
Ας μην λησμονείται, πάντως, ότι
μέσα στους 212.000 υπάρχουν οι παραπάνω σκέψεις και τα ερωτηματικά. Γιαυτό ,
εξάλλου, μόνο το 1/3 από αυτούς δήλωσαν ότι θα γίνουν μέλη του νέου Φορέα, ενώ
το 2πλάσιό τους (2/3) προτίμησαν τη θέση του φίλου.
Οι
κριτικές περί παγίδευσης σε στημένο παιχνίδι του ΠΑΣΟΚ.
Ταυτόχρονα, πρέπει να
εξετάσουμε και τις άλλες πλευρές. Από στελέχη δυνάμεων του ευρύτερου χώρου που
συμμετείχαν στο εγχείρημα (''Ποτάμι'', ανένταχτοι ), αλλά και από άλλους που
στάθηκαν σε απόσταση και με διάθεση κριτικής διατυπώθηκαν απόψεις απαξίωσης του
εγχειρήματος και, ιδιαίτερα μετά την α΄ Κυριακή, καταγγελίες περί μιας στημένης
πασοκικής παγίδας. Δεν θα επαναλάβουμε ότι η συμφωνία συμπόρευσης και συνέργειας
και η συμμετοχή σε κάθε φάση ήταν και είναι πράξεις συνειδητές και υπεύθυνες,
ώριμων και υπεύθυνων ανθρώπων. Ούτε
μπορούμε να αποδεχθούμε την άποψη ότι μια
διαδικασία είναι ορθή (και αποδεκτή) μόνον όταν παράγει αποτελέσματα
σύμφωνα με τις βλέψεις μας, αποτελέσματα
αρεστά σε μας του ίδιους. Πρόκειται για ακραία ιδιοτέλεια. Όλα αυτά τα στελέχη,
πολλοί από τους οποίους είναι φορείς σημαντικών πρωτοβουλιών και δράσεων, ή
φορείς σοβαρών απόψεων, βιωμάτων και πρακτικών, πρέπει να αναρωτηθούν και να
απαντήσουν, μέσα από ποιό δρόμο, μέσα από ποια ευρεία, με την έννοια της
κοινωνικής στήριξης και αποδοχής, μπορεί να παιχθεί η προοπτική της Αλλαγής, να
προωθηθούν στις σημερινές συνθήκες, ένα Κίνημα ιδεών και τα προοδευτικά
προτάγματα.
Μεταξύ ικανών και ανιδιοτελών
στελεχών με προέλευση από το ΠΑΣΟΚ και στελεχών με προέλευση από τις άλλες
δυνάμεις που συνεργούν στο νέο, μεγάλο εγχείρημα μπορούν να αναπτυχθούν, να
διαμορφωθούν ισχυρές σχέσεις ενότητας, στρατηγικών δράσεων και κοινού αγώνα,
τόσο για τη νοηματοδότηση, το περιεχόμενο και τη συγκρότηση του νέου Φορέα, όσο
και για την πλειοψηφική του ανάπτυξη, μέσα από τη σύνδεση με τις δυνάμεις της
κοινωνικής βάσης, τους θεσμούς τους και τα κινήματά τους.
Ο
Γ. Καμίνης.
Διακριτή ήταν στη μάχη αυτή η
υποψηφιότητα Καμίνη. 'Ηταν η αξιολογότερη
από πλευράς κοινωνικής αναγνώρισης υποψηφιότητα, που δεν προέρχονταν από
το εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ. Ενώ, αρχικά έδειξε ότι θα μπορούσε να πετύχει και την
έκπληξη με την είσοδό του στο δεύτερο γύρο, βρέθηκε στην τρίτη θέση με ποσοστό υψηλότερο, μεν, από το
Στ. Θεοδωράκη, πρόεδρο κοινοβουλευτικής ομάδας με ευρεία αναγνώριση και διπλή
κάθοδο σε εθνικές εκλογές, χαμηλότερο, ωστόσο από τα επίπεδα (π.χ, του 20%) που
θα μπορούσε να τον καταστήσει δύναμη αποφασιστική και καθοριστική κάθε σχεδιασμού , κάθε επόμενης φάσης. Η
υποψηφιότητα Καμίνη , κυρίως, όπως και
άλλων εκτός του κοινοβουλευτικού τοπίου (με ποιοτικές καταθέσεις - καταγραφές ,
όπως του Κ. Γάτσιου), συνέβαλαν σημαντικά στην κοινωνική διεύρυνση του
εγχειρήματος προσδίδοντας ταυτόχρονα στοιχεία κύρους και αξιοπιστίας, πέρα από
κομματικές επιβαρύνσεις και δουλείες.
Για το τελικό, χαμηλό
αποτέλεσμα της υποψηφιότητας Καμίνη, έπαιξαν συνδυαστικά ρόλο : το λογικά ισχνό
οργανωτικό δίκτυο του Καμίνη, δημιουργημένο πανελλαδικά από έναν υπερδραστήριο πυρήνα
στελεχών, μόλις 30 ημερών (!), τα κενά του επικοινωνιακού
επιτελείου, επαγγελματικά αδικαιολόγητα σε ορισμένα του σημεία, η τρίτη θέση
στην Αθήνα (!), οι αδυναμίες στην πολιτική πρόταση που έτεινε μάλλον προς μια
ηθικολογία παρά σ΄ ένα τολμηρό, καινοτόμο, ρηξικέλευθο Σχέδιο, από ένα ηγετικό στέλεχος,
προερχόμενο, μάλιστα, από την κοινωνία χωρίς τις μνημονιακές
δεσμεύσεις, χωρίς τις κομματικές
εξαρτήσεις και το απεχθές γκρίζο των μηχανισμών τους. Το σύνθημα ''βάζουμε
μπροστά'', ακτιβίστικο μάλλον, παρά υπερβατικό, δεν αντιστοιχούνταν με το
προφίλ ενός νέου ηγέτη, που μπορούσε να ανορθώσει τον χώρο στο επίπεδο της νέας
εποχής και να τον καταστήσει νέα
δημοκρατική πλειοψηφία.
Ωστόσο, η περίπτωση του Γ.
Καμίνη, που θα μπορούσε με καλύτερο επιτελείο, σχεδιασμό πολιτικής και οργάνωση
να αναστρέψει τα παραπάνω ελλείμματα και να αξιοποιήσει τα άλλα της πλεονεκτήματα,
πρέπει, στα πλαίσια αυτά, να μην υποτιμηθεί. Η ανακοίνωση λίγο μετά τη β΄ Κυριακή,
από το ίδιο, της δημιουργίας ''τάσης'', χωρίς να έχουν αναλυθεί,
συνειδητοποιηθεί και δρομολογηθούν
θετικές επιλύσεις των διαπιστωμένων ελλειμμάτων αποτελεί μια ''κίνηση φυγής προς τα εμπρός'',
χωρίς ισχυρούς κινητήρες πορείας. Εξ άλλου, μία ακόμα τάση, δίπλα, στις ήδη
πέντε (5) καταγεγραμμένες, και μάλιστα εσπευσμένα, δεν συνιστά παρά πληθωριστική,
ποσοτική επιλογή, παρά ποιοτική, και παρέχει, μάλλον, αυξημένους βαθμούς
διαχείρισης στην υφιστάμενη ηγεσία, παρά διαμορφώνει όρους αλλαγής της.
Η ενοποίηση, η ποιοτική ανασύνθεση
και ο μετασχηματισμός μέσα από ανοιχτές διαδικασίες είναι τα ζητούμενα του νέου
Φορέα. Νέος Φορέας , που πρέπει να έχει όχι μόνο κατ΄ όνομα, αλλά στη
λειτουργία, την οργάνωση και την ανάπτυξή του χαρακτήρα πολιτικού Κινήματος.
Στα πλαίσια αυτά, το ζητούμενο είναι : ένα εσωτερικό ρεύμα, με πρωτοποριακά
χαρακτηριστικά, με δικτύωση κοινωνική, και (ανα)συνθετική ικανότητα που θα
σπρώχνει μπροστά, ποιοτικά, τα πράγματα επιλύοντας και το ζήτημα της ηγεσίας
του Κινήματος.
Η
Κεντροαριστέρα, το Κέντρο, η παράδοση ζωτικού χώρου στο ΣΥΡΙΖΑ.
Μια από τις κρίσιμες
προϋποθέσεις, για το ξεμπλοκάρισμα από ''κεντρώα'' αφηγήματα και το ξεδίπλωμα
απελευθερωτικής δυναμικής είναι η τοποθέτηση του όλου εγχειρήματος στο έδαφος του σύγχρονου δημοκρατικού
σοσιαλισμού, όπως επανακαθορίζεται
παντού στην Ευρώπη.
Αν η ‘‘Κεντροαριστερά’’ και το
κατά Γεννηματά-Θεοδωράκη ''Κίνημα Αλλαγής'', είναι στην πραγματικότητα Κέντρο,
- που άλλοι το εννοούν και κοινωνικά (μεσαία κοινωνικά στρώματα), άλλοι και
πολιτικά (‘‘ενδιάμεσες’’ πολιτικές), ενώ άλλοι απλώς συγκυριακά - , τότε η
επιλογή αυτή, παραδίδει στον ΣΥΡΙΖΑ, αφήνει στον Τσίπρα υπό την διαχείρισή του,
όλον τον χώρο, όλη την πολιτική (και κοινωνική) ‘‘έκταση’’ στα αριστερά. Η
εθελούσια μετατόπιση στο κέντρο, αφήνει από αριστερά, ελεύθερο το πεδίο για την
κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ. Σχεδόν το σύνολο του άλλοτε παραδοσιακού, ριζοσπαστικού,
μαχητικά προοδευτικού χώρου του ΠΑΣΟΚ, αυτού που ονομαζόταν ‘‘κοινωνική
αριστερά’’, και πολιτικά αντιστοιχούνταν στο ΠΑΣΟΚ, με την επιλογή μετατόπισης
στο κέντρο εγκαταλείπεται, αφήνεται ακάλυπτος, παραδίδεται στον ΣΥΡΙΖΑ. Τούτο,
έμμεσα αλλά με σαφήνεια, αποτελεί και μια παραδοχή ότι : ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον
εκφραστής και εκπρόσωπος αυτού του χώρου (της ούτως ειπείν αριστεράς). Μεγαλύτερο
λάθος στρατηγικής τοποθέτησης, όταν μάλιστα διεκδικείς να επαναηγεμονεύσεις
στον ευρύ αυτό χώρο, δεν θα μπορούσε να γίνει.
Για να μιλήσουμε με αμεσότερο
τρόπο, με γλώσσα πιο καθημερινή. Αντί να οργανωθεί και να εξελιχθεί μια
πολυμέτωπη ιδεολογική, αξιακή και πολιτική επίθεση προς τον ΣΥΡΙΖΑ με σκοπό
''την έξωση του από την αυθαίρετη καταπάτηση χώρου που ποτέ δεν του ανήκε'',
πραγματοποιείται έμμεσα, αλλά ουσιαστικά, η παραδοχή, αποδοχή της
‘‘καταπάτησης’’ και η απόσυρση από τη ‘‘διεκδίκηση’’. Αυτή η γραμμή της
αποδοχής της ''καταπάτησης'' πρέπει να ακυρωθεί και να εκδηλωθεί οργανωμένα
αντεπίθεση ''έξωσης''.
Ρεύμα
ανασύνθεσης για ένα Κίνημα προοδευτικής πλειοψηφίας.
Στην κοίτη του νέου
εγχειρήματος, του νέου Κινήματος, θα συναντηθούν, -και πρέπει να συναντηθούν-, παλιοί συναγωνιστές, αλλά και νέα στελέχη, θα
ξαναβρεθούν άνθρωποι που οι δρόμοι τους είχαν χωρίσει και ο κύκλος έκλεισε
ξανασμίγοντας τους, θα ανταμώσουν νέες και διαφορετικές κουλτούρες σε αρκετά
θέματα. Θα πρέπει να κινηθούμε με ανοιχτό, δημιουργικό, αλλά και συνθετικό
πνεύμα, με διάθεση συνεισφοράς και αγώνα
έχοντας σταθερό τον προσανατολισμό των σοσιαλιστικών αξιών. Ο πλούτος ιδεών,
προτάσεων και πρακτικών, ας έρθει στο φως κι ας συντεθεί σε εσωτερικό ρεύμα
πολιτικό, δράσεων και Αλλαγής.
Ο νέος Φορέας, το νέο Κίνημα θα
είναι ένα πεδίο δοκιμασίας, αλλά και ανάδειξης νέων δυνάμεων. Μ΄ ένα εσωτερικό
ρεύμα, ανασύνθεσης και ενότητας, με πρωτοποριακά
χαρακτηριστικά, με πολιτικές ανάπτυξης,
καινοτομίας και απασχόλησης, με διάσταση πατριωτική, με θεσμούς πραγματικής
δημοκρατίας και αποτελεσματικότητας, μπορεί το νέο Κίνημα να συγκροτήσει και να εκπροσωπήσει την
νέα προοδευτική πλειοψηφία.
Θεσσαλονίκη, 10 Δεκεμβρίου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου