9.1.17

Από τη "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Κυριακής", 7.1.2017, άρθρο μου, με τίτλο : ''Το στοίχημα της επανεκκίνησης : η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα'' Το στοίχημα της επανεκκίνησης : η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα.

Οι κυβερνητικές εκτιμήσεις για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης του 2017 στηρίζονται ουσιαστικά σε μια εμπειρική προσέγγιση : ''επτά χρόνια ύφεσης είναι πάρα πολλά, η υποχώρηση έχει φτάσει σε κατώτερο σημείο και δεν μπορεί παρά να υπάρξει αναστροφή, με θετικό πρόσημα ανάκαμψης''. Η εμπειρική αυτή προσέγγιση πλαισιώνεται από εικασίες και διαδίδεται με εικοτολογίες. Λείπουν, όμως, υπαρκτά στοιχεία προγραμματισμού, πραγματικά επενδυτικά σχέδια, ρεαλιστικές αναπτυξιακές προτεραιότητες και συγκεκριμένες περιφερειακές δράσεις.
Η δάνεια θεωρία ότι η εικόνα της ελληνικής οικονομίας προσομοιάζει με ''συμπιεσμένο ελατήριο'', που αναμένεται οσονούπω η εκτίναξή του, βεβαιώνει μάλλον και για σοβαρή θεωρητική ανεπάρκεια, παρά για εμπεριστατωμένη ανάλυση - ερμηνεία πραγματικών τάσεων της ελληνικής οικονομίας. Διότι, αν δεν ξεφεύγει από την αντίληψή μας ότι μιλώντας για οικονομία, μιλάμε πάντα για πολιτική οικονομία, πρέπει να γνωρίζουμε ότι η προσμονή της ''εκτίναξης'', δεν αφορά στον μηχανικό αυτοματισμό του ''συμπιεσμένου ελατηρίου'', αλλά συναρτάται κυρίως με πολιτικές και επιλογές, καθώς και δυνάμεις, που καθιστούν δυνατή και εφικτή μια τέτοια εξέλιξη θεαματικής ανάκαμψης. Ενώ, δεν πρέπει να λησμονούνται ταυτόχρονοι προσδιοριστικοί παράγοντες, όπως η κοινωνική κατάσταση και οι εντάσεις της, οι περιβάλλουσες γεωπολιτικές συνθήκες και οι κρίσεις. Τα τελευταία, μάλιστα, στοιχεία καθόλου δεν συνιστούν ευνοϊκό περιβάλλον. Αντίθετα, μια κοινωνική αναταραχή, - αποτέλεσμα κι αυτή ενός άλλου, σκληρά ''συμπιεσμένου ελατηρίου'' (του κοινωνικού)-, λόγω του ελλείμματος συγκροτημένων εναλλακτικών πολιτικών και απουσίας αντίστοιχων οργανωτικών αρμών, μπορεί να εξελιχθεί σε τυφλή, αποδιαρθρωτική σύγκρουση, ανατρέποντας κάθε θετική οικονομική εξέλιξη, ή προσδοκία.
Αξιοσημείωτη, πάντως, είναι, - πέραν φωτεινών εξαιρέσεων -, και η απουσία συγκροτημένων και εστιασμένων παρεμβάσεων συνολικότερων ή/και τομεακών, καθώς, και οργανωμένου, διευρυνόμενου διαλόγου για την ανάδειξη στοχευμένων προτεραιοτήτων, από Θεσμούς με εθνικό κύρος και εμβέλεια (Πανεπιστήμια, Επιμελητήρια, Τράπεζες, πανελλαδικοί Οργανισμοί και κοινωνικοί Φορείς κλπ), ώστε να δημιουργούνται όροι ανάτασης και λειτουργικών κοινωνικών διεργασιών.

Η κρίση τείνει να εγκαταστήσει ένα τοπίο ευρύτερης ξηρασίας ιδεών και συμμετοχικών πρωτοβουλιών. Διαψεύδοντας με τον πιο απογοητευτικό τρόπο την πολυδιατυπωμένη άποψη ότι ''η κρίση συνιστά ευκαιρία ''...
Παρ΄ όλα αυτά, τολμούμε να πούμε, ότι η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα (Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη), υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μπορούν στις τωρινές συνθήκες να κερδίσουν το στοίχημα που έχασαν στο παρελθόν. Να κατακτήσουν, τώρα, με ανανεωμένα και αναδιατυπωμένα τα προτάγματά τους, ότι δεν κατόρθωσαν να πετύχουν τα τελευταία σαράντα (40) χρόνια. Τώρα, που η χώρα είναι υποχρεωμένη να δει την παραγωγική της ταυτότητα και να σκεφθεί σοβαρά για την παραγωγή και το μέλλον της, αποδεσμευόμενη από τα αθηνοκεντρικά πελατειακά δίκτυα και τον παθογενή παρασιτισμό τους.
Ακριβώς, για αυτό, είναι η στιγμή της Θεσσαλονίκης και της Β. Ελλάδας, ως τόπος και κοινωνία που αντιπροσωπεύουν αυτά τα γνωρίσματα, αυτή την ταυτότητα κι αυτό το νεύρο.
Τοποθετούμε το νέο ρόλο της Θεσσαλονίκης και της Β. Ελλάδας, στις τρέχουσες συνθήκες, χωρίς λογικές πόλωσης και άγονης αντιπαράθεσης παρελθοντολογικής μορφής, αλλά στα πλαίσια μιας λογικής εθνικής επανεκκίνησης, με αξιοποίηση των σημείων εκείνων της χώρας που συγκεντρώνουν και διαθέτουν σωρευτικά πλεονεκτήματα και δυνατότητες. Και η Βόρεια Ελλάδα είναι αυτός ο εθνικός χώρος !
Η Θεσσαλονίκη και η Β. Ελλάδα, τώρα που αναζητούνται τα μεγάλα συγκριτικά πλεονεκτήματα, που από φυσικού τους (=από την αντικειμενική θέση τους) αποτελούν προστιθέμενη αξία, μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει τη γεωοικονομική και γεωστρατηγική της θέση. Nα αξιοποιήσει το εύρος, το βάθος και την πολλαπλότητα των φυσικών, ορυκτών και πλουτοπαραγωγικών πόρων της, των οικονομικών και επιχειρηματικών προϋποθέσεων της και των υπαρκτών υποδομών της (συγκοινωνιακών, ενεργειακών, λιμενικών, κοινωνικών, πολιτιστικών). Να στηριχθεί στο σπουδαίο δυναμικό της και τα ταλέντα της, τα δώδεκα ανώτατα εκπαιδευτικά της ιδρύματα (!), μαζί με τους πολλούς άλλους συναφείς φορείς της, παρά την πνευματική μεταναστευτική εκροή, να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, του πολιτισμού, του σχεδιασμού, της αλληλεγγύης και της συνεργασίας.
Η Θεσσαλονίκη καλείται να πάρει από καταγής την πεσμένη σκυτάλη και να αντικαταστήσει τη βύθιση και παρακμή του μητροπολιτικού αθηναϊκού κέντρου των χρόνων της κρίσης, με μια νέα εκκίνηση εθνικής σημασίας, από τη Βόρεια Ελλάδα, με μια υπέρβαση δημιουργική, πατριωτική προς την ανάπτυξη, την παραγωγή, την εξωστρέφεια και την απασχόληση.
Κι επειδή, οι άνθρωποι είναι οι δημιουργοί. Να μην ξεχνούμε ότι η ενεργή συμμετοχή και η δημιουργική κινητοποίηση όλων, και η αντίστοιχη των ιστορικών στιγμών ηγεσία, εμπνευσμένη και υπεύθυνη, είναι από τις προϋποθέσεις, που αναφέραμε, οι πλέον καίριες και ζωτικές.
[Στο πλαίσιο αυτό, θα επανέλθουμε σε νέο μας άρθρο, αναλύοντας ορισμένα ιδιαίτερα θέματα και αναδεικνύοντας συγκεκριμένους ρεαλιστικούς στόχους].

Θεσσαλονίκη, 3 Ιανουαρίου 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου