«Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας. Τμήματά μας εισήλθον Θεσσαλονίκη σήμερον 3ην μετά μεσημβρίαν. Λαός Θεσσαλονίκης έξαλλος από ενθουσιασμόν διατρέχει οδούς πόλεως εναγκαλιζόμενος αντάρτες. Εργοστάσια ηλεκτροφωτισμού και μύλος Αλλατίνι κατόπιν επεμβάσεως ΕΛΑΣ διασώθηκαν. Εστία εθνοπροδοτών ΧΑΝ παρέδωσε βαρύν οπλισμόν. Θα αναγκαστεί εις παράδοσιν. Τμήματά μας προσανατολίζονται προς δυτικόν τμήμα πόλεως για χτυπήματα… Παρόν τηλεγράφημα παρακαλώ δοθεί ΠΓ του ΚΚΕ. Αναμένω. Μάρκος 30.10.44».
Με αυτό το τηλεγράφημα ο Μάρκος Βαφειάδης αναγγέλλει την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Γερμανούς.
Από μήνες οι Γερμανοί υποχωρούσαν σε όλα τα μέτωπα. Το ενδιαφέρον όμως των Βρετανών στρεφόταν στον μεταπολεμικό πολιτικό χάρτη και την εξουδετέρωση της ένοπλης αριστεράς. Σύμφωνα με τον Άλμπερτ Σπέερ υπήρξε στη Λισσαβόνα μια μυστική συμφωνία μεταξύ Γερμανών και Βρετανών (gentlemen’s agreement) σε υψηλό επίπεδο:
«Η συμφωνία αυτή, πρωτοφανής μέχρι τότε, και όπως γνωρίζω μοναδική σ’ όλο το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφορούσε, όπως μου είπε ο Γιόντλ τουλάχιστον, την εκκένωση απ’ τα γερμανικά στρατεύματα της Ελλάδος, χωρίς βρετανική ενόχληση […] Και πράγματι οι Άγγλοι την τήρησαν […] Το τίμημα της συμφωνίας, κατά τη δική μου γνώμη, ήταν να παραχωρηθεί η Θεσσαλονίκη από τους Γερμανούς στους Άγγλους, να μπορέσουν να την καταλάβουν αμαχητί και μ’ αυτό τον τρόπο η Ελλάδα να περιέλθει στο δυτικό στρατόπεδο. Και βέβαια ο Χίτλερ θα διατηρούσε ανέπαφες τις δυνάμεις του που κατείχαν τον ελληνικό χώρο».
Οι τελευταίοι Γερμανοί αποχωρούν από την Αθήνα την 12 Οκτωβρίου 1944 και την 17 Οκτωβρίου φτάνει η εξόριστη κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου. Τμήματα του βρετανικού στρατού και του ΕΛΑΣ μπαίνουν στη πόλη και όλοι γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό από τους Αθηναίους. Τα «Τάγματα Ασφαλείας» αφοπλίζονται και περιορίζονται σε ορισμένους χώρους έτοιμα να χρησιμοποιηθούν εναντίον του ΕΛΑΣ, όπως θα γίνει στα «Δεκεμβριανά».
Στη Θεσσαλονίκη οι εξελίξεις είναι διαφορετικές. Οι Γερμανοί συνεργάστηκαν από την αρχή στενά με πολλούς καιροσκόπους, εθνικοσοσιαλιστές, ομάδες δολοφόνων και τη γερμανόφιλη τάξη της πόλης. Μια συνεργασία σε αντιεβραϊκή και αντικομμουνιστική βάση που ευνοούσε μια εμφύλια σύγκρουση.
Είναι χαρακτηριστικό έγγραφο του γερμανικού 2ου Γραφείου για τη Θεσσαλονίκη:
«Το κομμουνιστικό στοιχείο είναι εδώ, όπως και στην Αθήνα, τόσο ισχυρό, που με βεβαιότητα πρέπει να αναμένεται πρώτα η κατάληψη της πόλης από τον ΕΛΑΣ. Παίρνοντας υπόψη ότι δεν μπορούμε να εμποδίσουμε μια ανάλογη εξέλιξη, που είναι μάλιστα ολότελα επιθυμητή, συνιστάται, για να διατηρηθεί το δικό μας γόητρο, να χρησιμοποιείται γι’ αυτά τα ζητήματα εκτεταμένα ο γενικός επιθεωρητής Χρυσοχόου, ο οποίος με πρωτοβουλία του πρέπει να θέτει σε δράση Τάγματα Ασφαλείας, Αστυνομία και Χωροφυλακή, όως έπραξε ο Ράλλης στην Αθήνα. Μ’ αυτό τον τρόπο θα καλύπταμε επαρκώς και τη δική μας υποχρέωση και η επιθυμητή κατάσταση πολιτικού χάους θα επικρατούσε, αν προχωρήσουν τα πράγματα σε ένοπλες συγκρούσεις».
Ήδη από το καλοκαίρι είχαν μαζευτεί στη Θεσσαλονίκη, για λόγους ασφαλείας, οι ηγέτες των κυριότερων δοσιλογικών οργανώσεων της Μακεδονίας. Ο Γ. Πούλος, ο οποίος μάλιστα οχύρωνε το σπίτι του (Π. Μελά 32 και Γρ. Παλαμά) ζητώντας από τον Δήμο να καλύψει τα έξοδα, ο Κισά Μπατζάκ (Κυρ. Παπαδόπουλος) από τον Κούκο Κατερίνης, συνοδευόμενος από τον Ξενοφώντα Γιοσμά κ.ά. Τον Σεπτέμβριο πολλοί συνεργάτες των ναζί αναχωρούν, σιδηροδρομικώς ή αεροπορικώς, για τη Γερμανία συναποκομίζοντας και πολλά από τα περιουσιακά στοιχεία που τους απέφερε αυτή η συνεργασία. Κι ενώ το Ελληνικό Εθελοντικό Σώμα του Πούλου θα υποχωρήσει με τις υπόλοιπες δυνάμεις της Βέρμαχτ για να συνεχίσει να πολεμά μέχρι την άνοιξη του 1945 στη Σλοβενία και την Αυστρία, ο «Εθνικός Ελληνικός Στρατός (ΕΕΣ)» του Κισά Μπατζάκ, η «Εθνική Ελληνική Ασφάλεια Πόλεως Θεσσαλονίκης» του Αντώνη Δάγκουλα κι άλλες ομάδες ταγματασφαλιτών, αφού εξαπέλυσαν ένα τελευταίο όργιο τρομοκρατίας. Ο Κισά Μπατζάκ σε επιστολή του στον Αντών Τσαούς (Αντ. Φωστερίδη), στις 8.9.1944, έγραφε:
«Είμαστε όλοι στην πραγματικότητα παιδιά του ΕΔΕΣ και το Δ που μας λείπει από τον ΕΕΣ ελπίζουμε με τη βοήθειά σας να το προσθέσουμε το ταχύτερο».
Ο Κώστας Τομανάς αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Λίγες μέρες πριν φύγουν οι γερμανοί από την πόλη μας, οι ταγματασφαλίτες του Πούλιου, του Δάγκουλα, του Βήχου και του Κισά Μπατζάκ συναθροίστηκαν στην πλατεία Αγίας Σοφίας και, “υπό τας ευχάς των ιερέων των ταγμάτων”, ορκίστηκαν να πολεμήσουν ως το τέλος τους “κομουνιστουλάρ”. Μόλις τελείωσε η τελετή, οι ταγματασφαλίτες δια της Εγνατίας και της οδού Μοναστηρίου πήραν τον δρόμο για το Κιλκίς».
Την 14 Σεπτεμβρίου συντάσσεται Πρακτικό μεταξύ του ΕΑΜ και των πολιτικών κομμάτων της Θεσσαλονίκης, που συμφωνούν σε κοινή δράση και κοινή στάση απέναντι στα Τάγματα Ασφαλείας και τις άλλες δοσιλογικές οργανώσεις:
«Οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ και των Πολιτικών Κομμάτων τα οποία συμμετέχουν στην σχηματισθείσα Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας στιγματίζουν όλες τις Εθνικοπροδοτικές και δολοφονικές Οργανώσεις και ορδές (Τάγματα Ασφαλείας, Ειδικής, Πουλικούς, ΕΕΣ, ΠΟΕΤ, ΕΕΕ), που με οποιοδήποτε τρόπο βοήθησαν στο Εθνοκτόνο έργο των μισητών κατακτητών Γερμανοβουλγάρων, σαν εγκληματίες του Έθνους, δολοφόνους του λαού. Στην άμεση υπακοή τους στην πρόσταξη του Διαγγέλματος, να φύγουν από τους Γερμανούς και να περάσουν στο μέρος του Λαού, παρέχεται η συγνώμη του Έθνους».
Παρά τα παραπάνω, οι δυνάμεις του 31ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, από το καλοκαίρι του 1944 σιγά-σιγά περισφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Θεσσαλονίκη, μαζί με το 19ο Σύνταγμα Νιγρίτας, που κάλυπτε τον βορειανατολικό τομέα μέχρι το Επταπύργιο και το 3ο Τάγμα του 13ου Συντάγματος Κιλκίς, που κάλυπτε την περιοχή από το Επταπύργιο μέχρι και την οδό Λαγκαδά. Παράλληλα, η νότια πλευρά της πόλης καλύπτονταν από τμήματα του 50ου και του 16ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ.
Από τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου 1944, μικρές ομάδες των μονάδων αυτών, σε συνεργασία με τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της πόλης προκαλούσαν φθορές στα εχθρικά τμήματα και ταυτόχρονα προστάτευαν διάφορα καίρια σημεία και υποδομές της πόλης.
Τα πλήγματα που καταφέρει ο ΕΛΑΣ κατά των γερμανικών τμημάτων είναι συνεχή. Οι σκληρότερες μάχες γίνονται στα ανατολικά της πόλης όπου οι δυνάμεις του 31ου Συντάγματος, κατορθώνουν, έχοντας και θύματα, να εκδιώξουν τους χιτλερικούς κατακτητές από τα Βασιλικά και στη συνέχεια από το αεροδρόμιο του Σέδες και τη Γεωργική Σχολή, ενώ άλλα τμήματα μπαίνουν από Πυλαία και Χαριλάου.
Ο έγκλειστος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Παύλου Μελά, Λεωνίδας Γιασημακόπουλος γράφει στο ημερολόγιο του:
«Κυριακή 15/10/44. Ευτυχώς η απελευθέρωσις της Ελλάδος προχωρεί. Σήμερα, μετά τας Αθήνας ανηγγέλθη η απελευθέρωσις της Κερκύρας. Φαίνεται ότι η Θεσσαλονίκη θα μείνη στο τέλος […] Αι ανατινάξεις συνεχίζονται. Χθες μπροστά στην αγορά Μοδιάνο έκαψαν ένα αυτοκίνητο γεμάτο αρβύλες καινούργιες. Επίσης στον Σταθμόν έκαψαν τέσσαρα βαγόνια γεμάτα πανί κάμποτ
Δευτέρα 16/10/44. Κατά τας 8:30 εσημάνθη συναγερμός. Έτσι διαψεύσθη η προχθεσινή διάδοσις ότι η πόλις εκηρύχθη ανοχύρωτος. Μόλις έληξεν ο συναγερμός ηκούσθησαν συνεχείς πυροβολισμοί από την Νεάπολιν. Όσον προχωρεί η ημέρα, τόσον στην Νεάπολιν η κατάστασις λαμβάνει μορφήν μάχης. Από μακρυά διακρίνομεν ομάδας δύο-δύο, τριών-τριών να προχωρούν προσεκτικά. Φαίνεται ότι επιχειρούν εκκαθάρισν του εδάφους. Φυσικά οι εκκαθαρισταί είναι οι Εαμίται και εκκαθαριζόμενοι οι Ταγματατζήδες. Χωρίς τι οριστικόν βαυκαλιζόμεθα ότι έως την Τετάρτην θα απολυθώμεν. Μάθαμε ότι δι’ όλης της ημέρας η αγορά Θεσσαλονίκης ήτο κλειστή και δεν έπαυσαν οι συμπλοκαί μεταξύ Ε.Α.Μ. και Ταγμάτων […] Το βραδάκι έμεινα έξω, έως τας 6:30 ακούονται ζωηραί αι ζητωκραυγαί της Νεαπόλεως. Οι κατισχύσαντες Εαμίται διασκεδάζουν. Το ευχάριστον ότι οι Γερμανοί είναι απαθείς θεαταί και οι δικοί μας δεν ενοχλούν καθόλου τους Γερμανούς […] Το ψωμί σήμερα πωλήθηκε στην φυλακήν τρία δισεκατομμύρια
Τρίτη 17/10/44. Στην Νεάπολιν επικρατεί το Ε.Α.Μ. Ομοίως στην Τούμπαν και Χαριλάου. Στην λοιπήν Θεσσαλονίκην ακόμη τα Τάγματα […] Έχουν συγκεντρωθή αυτοκίνητα, προβολείς και ένα σωρό οχήματα του Στρατού στο στρατόπεδόν μας και Γερμανοί πολλοί. Φαίνεται απ’ εδώ θ’ αρχίσουν να γκρεμοτσακίζωνται. Ο Θεός να δώση!
Τετάρτη 18/10/44 […] Πέρασε η ημέρα χωρίς να πραγματοποιηθή η ελπίς περί της ομαδικής απολύσεώς μας. Απελύθησαν μαζύ με τους πρωινούς εν όλω εννέα και απέδρασεν ο μικρός Δημήτριος Γιαμούρας εκ Διδυμοτείχου. Έτσι η δύναμις της φυλακής κατήλθεν εις 185. Μετεδόθη έξωθεν η πληροφορία ότι είκοσι δύο επιτροπαί εκ διαφόρων κοινωνικών τάξεων παρουσιάσθηκαν στον Μητροπολίτην και μετ’ αυτού στον Γενικόν Διοικητήν Χρυσοχόου δια την απόλυσιν μας. Πάντως δεν είναι απίθανο να μείνωμεν και ολόκληρον τον μήνα Οκτώβριον μέσα, εκτός εάν γκρεμοτσακισθούν και φύγουν οι Γερμανοί […] Στας 10 μ.μ. επλάγιασα με την ελπίδα ότι η είδησις περί επικειμένης καταλήψεως της Θεσσαλονίκης υπό του Μπακιρτζή με τρεις μεραρχίας θα αληθεύση
Πέμπτη 19/10/44. Δυστυχώς η ημέρα σήμερα δεν άρχισε καλά, διότι μια γερμανική κλούβα με έξι Γερμανούς με αυτόματα όλοι της G.F.P. [= Geheime Feldpolizei, Μυστική Αστυνομία Στρατού], μετέφεραν επτά νέους συλληφθέντας στις Συκιές Θεσσαλονίκης. Εκεί δηλαδή που περιμέναμε να απολυθούμε αυτοί φέρνουν καινούργιους
Παρασκευή 20/10/44. Το παρόν σημείωμα το γράφω ελεύθερος. Ήκουσα τη ραδιοφωνική εκπομπή του Λονδίνου. Από παντού οι Γερμανοί τσακίζονται. Και απ’ εδώ φεύγουν και με ταχύν ρυθμόν. Η οργάνωσις του Ε.Α.Μ. όλο και επεκτείνει την κατοχήν της μέσα στην πόλιν».
Δυνάμεις των 13ου, 16ου και 19ου Συνταγμάτων του ΕΛΑΣ εκδιώκουν τους Γερμανούς από τα βόρεια της Θεσσαλονίκης και απελευθερώνουν την Άνω Πόλη ακόμη από τις 26 Οκτωβρίου, την ημέρα του Αγίου Δημητρίου. Ενώ η περικύκλωση της Θεσσαλονίκης ολοκληρώνεται από τα τμήματα του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Κώστα Συννεφάκη (καπετάν Νικήτα) που δρούσε στα Πιέρια και τμήμα του ΕΛΑΝ, του ναυτικού των ανταρτών, ξεκινώντας από την Ιερισσό, καταλαμβάνει τμήμα του λιμανιού.
Οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις που βλέπουν πλέον ότι είναι αδύνατη η παραμονή τους στη Θεσσαλονίκη, πριν υποχωρήσουν από την πόλη, ναρκοθετούν ζωτικούς χώρους της για να προκαλέσουν τη γενική παράλυση της ζωής της Θεσσαλονίκης. Έτσι προχωρούν σε δυο ανατινάξεις στο χώρο του λιμανιού. Κι ακόμη, επιχειρούν να ανατινάξουν το παγιδευμένο με εκρηκτικά κεντρικό υδραγωγείο της πόλης, στην περιοχή της Παναγίας Φανερωμένης και την Ηλεκτρική Εταιρία. Τους προλαβαίνει όμως τμήμα του 13ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ και τους τρέπει σε φυγή, σώζοντας έτσι το υδραγωγείο και την Ηλεκτρική, εξασφαλίζοντας την υδροδότηση και ηλεκτροδότηση της πόλης. Ενώ παράλληλα, λόχος του εφεδρικού ΕΛΑΣ μυλεργατών, που αποτελούνταν από 120 άτομα, κύκλωσε γερμανικό τμήμα που είχε υπονομεύσει τις σιταποθήκες και τους αλευρόμυλους Αλλατίνι και ετοιμάζονταν να τους ανατινάξει. Έτσι σώθηκαν οι υποδομές της Θεσσαλονίκης.
Την 30 Οκτωβρίου οι δυνάμεις της Χωροφυλακής που οχυρωθεί στο κτίριο της ΧΑΝΘ παραδίνονται. Αυτό το κτίριο θα έχει ως έδρα η νέα δημοτική αρχή που διόρισε το ΕΑΜ με επικεφαλής τον καθηγητή Δημήτρη Καββάδα. Η πένθιμη όψη της Θεσσαλονίκης περνούσε οριστικά στο παρελθόν.
Άνθρωποι κάθε ηλικίας ξεχύνονται στους δρόμους, αγκαλιάζονται και φιλιούνται, οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα. Δύο ΕΠΟΝίτισσες σκαρφαλωμένες στη στέγη ενός σπιτιού στην Άνω Πόλη απευθύνονται με τον τηλεβόα τους στην Κάτω Πόλη:
«Αδέρφια, συμπολίτες, το σύνθημά μας “θάνατος στον φασισμό, λευτεριά στον λαό” έγινε πραγματικότητα. Η περίφημη πόλη μας, που επί τέσσερα χρόνια στέναζε κάτω από τη φασιστική μπότα, μα ποτέ δεν έπαψε να αντιστέκεται, είναι επιτέλους ελεύθερη. Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα! Ζήτω η λευτεριά! Ζήτω η αδούλωτη Θεσσαλονίκη! Ζήτω οι απελευθερωτές του ΕΛΑΣ! Για την ευτυχισμένη και πολυπόθητη αυτή μέρα χύσαν το αίμα τους και θυσιάστηκαν τα πιο ακριβά παλικάρια και κορίτσια της πόλης μας. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τους τολμηρούς και ανδρειωμένους που με τη ζωή τους μας έδειξαν τον δρόμο της λευτεριάς, αιώνια τιμή και δόξα στους ήρωές μας…»
Επίκεντρο των πανηγυρισμών ήταν και πάλι η πλατεία Αγ. Σοφίας, όπου μπροστά στην είσοδο του περιβόλου της εκκλησίας τις αμέσως επόμενες μέρες στήθηκε ένα μνημείο των εκτελεσθέντων, το οποίο κατέστρεψαν «άγνωστοι» τον Φεβρουάριο του 1945, μετά τη Βάρκιζα. Ο Γιώργος Ιωάννου περιγράφει:
«Από την οδό της Αγίας Σοφίας κατέβαιναν, σαρώνοντας τις γειτονιές, τα παιδιά του Κουλέ Καφέ, του Αγίου Παύλου, της Ακρόπολης, της Κασσάνδρου. Το Τσινάρι, Εσκί-Ντελίκ, Προφήτης Ηλίας, Διοικητήριο κατέβαιναν τη Βενιζέλου. Από το Βαρδάρι πάλι ερχόταν, ξιπόλητη, ρακένδυτη, πειναλέα, σπαρταρώντας από ενθουσιασμό, η Ραμόνα, η Επτάλοφος, ο παλιός Σταθμός, η Νεάπολη, η Σταυρούπολη, ενώ αντίθετα, από ανατολικά κατάφταναν μέσα σε σκόνη και αλαλαγμό, με τρομπέτες, παντιέρες, λάβαρα και χωνιά η Τούμπα, η Αγία Φωτεινή, η Ευαγγελίστρια, η Τριανδρία, ακόμα και η τόσο μακρινή Καλαμαριά. Πλημμύρισαν δρόμοι και πλατείες. Πανζουρλισμός. Φιλιόμασταν, αγκαλιαζόμασταν, χαϊδευόμασταν, δεν ξέραμε τι λέμε από την ταραχή μας. Λέγαμε «Χριστός Ανέστη», λέγαμε «Ελευθερία», «Ποτέ ξανά». Σάμπως να 'ταν στο χέρι μας, αλλά έτσι νομίζεις σε τέτοιες στιγμές...»
Έτσι η Θεσσαλονίκη πέρασε ουσιαστικά στον έλεγχο του ΕΑΜ, μέχρι τον Φλεβάρη του 1945 και την Συμφωνία της Βάρκιζας. Μια πτυχή της «Εαμοκρατίας» που λίγο έχει μελετηθεί, είναι η στάση απέναντι στους επιζώντες του Ολοκαυτώματος των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Η Θεσσαλονίκη ήταν για αιώνες η πόλη μιας ακμάζουσας εβραϊκής κοινότητας. Το 1913 οι Εβραίοι αποτελούσαν το 39% των κατοίκων της πόλης. Από τις γραμμές των Εβραίων εργατών της Θεσσαλονίκης γεννήθηκε η «Φεντερασιόν», η σοσιαλιστική οργάνωση που έπαιξε κεντρικό ρόλο στην ίδρυση του ΣΕΚΕ το 1918. Οι Γερμανοί αποδεκάτισαν τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Ξεκινώντας από τον Μάρτη του 1943, 46.000 άνδρες γυναίκες και παιδιά στάλθηκαν στο Άουσβιτς και το θάνατο. Λίγες εκατοντάδες γλύτωσαν, και όταν επέστρεψαν βρήκαν τα σπίτια και τις περιουσίες τους αρπαγμένες από κάθε λογής «χριστιανούς έλληνες πατριώτες» που έκαναν καλές δουλειές με τους κατακτητές. Ο Ιάσονας Χανδρινός σημειώνει σε ένα άρθρο του:
«Στην Θεσσαλονίκη, κατά το σύντομο διάστημα της εαμοκρατίας (Οκτώβριος 1944-Φεβρουάριος 1945), οι πιεστικές ανάγκες των επιζώντων που σταδιακά επέστρεφαν από τα βουνά, σε τρόφιμα, φάρμακα και κυρίως στέγη –όλα τα κοινοτικά καταστήματα, τα γραφεία και τα σπίτια είχαν παραχωρηθεί σε «μεσεγγυούχους» και επιχειρηματίες– καλύπτονταν σε μεγάλο βαθμό από το ΕΑΜ. Εκτός από τις παροχές της Επιμελητείας του Αντάρτη (ΕΤΑ), ένα ειδικό «Γραφείο Προστασίας Ισραηλιτών» στα πλαίσια λειτουργίας της Εθνικής Πολιτοφυλακής στην πόλη, ανέλαβε να επιστρέψει στην ανασυγκροτούμενη κοινότητα επιχειρήσεις και ακίνητα που είχαν καταπατηθεί, εκδιώκοντας βίαια τους «ιδιοκτήτες» τους. Ήταν η πρώτη (και μάλλον η τελευταία) προσπάθεια να επανορθωθεί το όνειδος της λεηλασίας των εβραϊκών ακινήτων».
Απ’ όσα εξιστορούνται γίνεται κατανοητό γιατί ενώ σε κάθε πόλη, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, γιορτάζεται η απελευθέρωσή τους ώστε να μένει ζωντανή η ιστορική μνήμη, αυτή της Θεσσαλονίκης … “ξεχάστηκε” σε κάποιο ράφι ιστορικής βιβλιοθήκης.
___________________________
ΠΗΓΕΣ
Κώστας Τομανάς: ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1921-1944 - ΝΗΣΙΔΕΣ 1996
Τριαντάφυλλος Μυταφίδης: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΠΟΛΗ - (30.10.2013)
Στέλιος Γεωργιάδης: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΠΟΛΗ -1995
Γιάννη Γκλαρνέταζη: Η ΠΑΡΑΜΕΛΗΜΕΝΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ - (30.10.2012)
Μιχάλη Τρεμόπουλου: ΗΠΑΡΑΠΕΤΑΜΕΝΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ - (30.10.2014)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου